Η καγκελάριος παίρνει το δαχτυλίδι από τον Ομπάμα. Μπορεί να μην το επεδίωκε, αλλά τώρα είναι η μόνη που έχουμε. Απέναντι στη Μόσχα και στην Κίνα. Απέναντι σε μια βρετανίδα δημόσιο υπάλληλο, απέναντι στον κατακερματισμό της γαλλικής πολιτικής· απέναντι ακόμα και στον δικό της Σόιμπλε. Και βεβαίως απέναντι στον απρόβλεπτο Τραμπ
«Η Γερμανία και οι ΗΠΑ συνδέονται μέσω αξιών: δημοκρατία, ελευθερία, σεβασμός στο κράτος, στα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την καταγωγή, το χρώμα του δέρματος, τη θρησκεία, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την πολιτική τοποθέτηση». Οχι, αυτό δεν το είπε η Ανγκελα Μέρκελ υποδεχόμενη τον Μπαράκ Ομπάμα. Ούτε ο Ομπάμα φτάνοντας απόψε στο Βερολίνο. Το είπε η γερμανίδα καγκελάριος πριν από μία εβδομάδα· ήταν ένα μέρος της γεμάτης επιφυλάξεις ανακοίνωσής της για την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Η ανάγνωση στη δύσθυμη ανακοίνωση της Ανγκελα Μέρκελ, τών όσων λέει -και τόνισε και στην ομιλία του στην Αθήνα- ο 44ος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είναι τυχαία. Η φράου Μέρκελ (πρέπει να) είναι η διάδοχός του.
Οι Financial Times το έγραψαν το πρωί της Τετάρτης: η Ανγκελα Μέρκελ είναι η πρώτη για να πάρει τη σκυτάλη του ελεύθερου κόσμου από τον Ομπάμα. Τον αμερικανό πρόεδρο που όπως φαίνεται δεν έχει πού να αφήσει τη (δυτική) Δημοκρατία που έχτισε και εξήγαγε, παρά μόνο στο Βερολίνο. Ο Τραμπ είναι ο εφιάλτης της Αμερικής του Ομπάμα. Μιας Αμερικής αισιόδοξης, ανοιχτόμυαλης, πρωτοπόρου. Ο Τραμπ αντικατοπτρίζει όλα τα αντίθετα, αλλά αυτά τα έχουμε πει και δυστυχώς θα έχουμε καιρό να τα αναλύσουμε.
Η φράου Μέρκελ το έχει πιάσει το νόημα ότι η Ιστορία της επιφυλάσσει ένα αναβαθμισμένο και βαρύτερο καθήκον. Εδώ και καιρό το έχει καταλάβει, όσο και αν εδώ στην Ελλάδα θέλουμε να μην το παραδεχόμαστε. Το καλοκαίρι του 2015 δεν ήθελε να δει την Ευρώπη να διαλύεται επί των ημερών της επειδή κάποιοι, εδώ και στο Βερολίνο, έπαιζαν τις τύχες μιας χώρας με το «Οχι» στην Ελλάδα. Ετσι, μάς κράτησε με τον τρόπο της -και ύστερα από εκείνες τις περίφημης 17 ώρες- εντός Ευρωζώνης, κράτησε και την Ευρωπαϊκή Ενωση ενωμένη. Τώρα μοιάζει να αναλαμβάνει τον ρόλο του αντίβαρου απέναντι στον Τραμπ, στον Πούτιν, στους Κινέζους, στον Ερντογάν ακόμα και σε κάποιους απερίγραπτους Φιλιππινέζους, ή και στον δικό της τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που έχει τις γνωστές δικές του εμμονές. Εναν ρόλο που η ίδια ενδεχομένως να μην τον επεδίωκε, αλλά της έλαχε.
Δεν είναι τυχαίο ότι μία νύχτα πριν από την άφιξη του Ομπάμα στο Βερολίνο, συνεργάτης της δήλωσε στο CNN ότι η Ανγκελα Μέρκελ θα διεκδικήσει μια τέταρτη θητεία στην καγκελαρία, ένα θέμα που μέχρι εκείνη την ώρα έμενε σε εκκρεμότητα, έχοντας ανοίξει μάλιστα τις ορέξεις και του Σόιμπλε. «Θα είναι υποψήφια για την καγκελαρία», είπε το στέλεχος των Χριστιανοδημοκρατών Νόρμπερτ Ρέτγκεν. «Είναι απολύτως αποφασισμένη, διατεθειμένη και έτοιμη να συμβάλλει στην ενίσχυση της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης». Το πιάσατε το υπονοούμενο, έτσι; Αλλη δεν υπάρχει. Στη Βρετανία έχει αναλάβει μια γραφειοκράτης να κλείσει το Ηνωμένο Βασίλειο στο καβούκι του, στη Γαλλία το σκηνικό είναι τόσο κατακερματισμένο που μόνο να ευχόμαστε μπορούμε να μην βγει η Μαρίν Λεπέν.
Δεν είναι τυχαία ούτε και η απόφαση της Μέρκελ να προτείνει για πρόεδρο της ομοσπονδιακής Γερμανίας τον σοσιαλδημοκράτη Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ. Τον Δυτικογερμανό Σταϊνμάγιερ για διάδοχο του Ανατολικογερμανού Γιόαχιμ Γκάουκ, σε μια εκλογή που θα γίνει τον προσεχή Φεβρουάριο, πριν από τις γενικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2017. Ο Σταϊνμάγιερ δεν είναι ένας άγνωστος πολιτικός που μεγάλωσε στο μεταπολεμικό Ροστόκ της Λαοκρατικής Γερμανίας. Είναι ένας άνθρωπος του διεθνούς στερεώματος. Που μπορεί να υπηρετήσει ένα αναβαθμισμένο διεθνές status της Γερμανίας.
Υπάρχει βέβαια το προηγούμενο. Δύσκολα μπορούμε να αποδεχτούμε τη Γερμανία ως ηγέτη του ελεύθερου κόσμου, διάδοχο της Αμερικής του Ομπάμα. Ο κόσμος συνηθίζει να λειτουργεί ακόμα με στερεότυπα και αυτή ήταν και μια από τις παραδοχές του Ομπάμα στην ομιλία του στην Αθήνα. Αλλά από τη στιγμή που ο Τραμπ προτιμά να ασχολείται με την Δυτική Βιρτζίνια απ’ ό,τι με το έλλειμμα δημοκρατίας στην ανατολική Ευρώπη, την ελληνική κρίση, το Κυπριακό ή τις τρέλες του μεγαλείου του Ταγίπ Ερντογάν, κάποιος πρέπει να καλύψει το κενό.
Δεν είναι χαρισματική όσο ο Ομπάμα. Δεν ανεβοκατεβαίνει τα σκαλιά του αεροπλάνου με χάρη, ούτε μπορεί να γεμίσει το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος με «μερκελίτσες» στα πρόθυρα της κλιμακτηρίου που ουρλιάζουν ενθουσιασμένες σε κάθε κίνηση του ομιλητή. Αλλά είναι η μόνη που έχουμε.