Δριμύ «κατηγορώ» κατά των πρώην πρωθυπουργών Γιώργου Παπανδρέου και Λουκά Παπαδήμου, αλλά και του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου εξαπολύει μέσα από τις σελίδες του πολύκροτου βιβλίου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη, ο πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδος στο ΔΝΤ Παναγιώτης Ρουμελιώτης.
Ο συγγραφέας, επιστήθιος φίλος του Ντομινίκ Στρος Καν, έζησε από πολύ κοντά όλο το δραματικό παρασκήνιο που οδήγησε τη χώρα μας στον διεθνή οικονομικό έλεγχο και αποκαλύπτει
-τους διαλόγους που είχε τόσο με τον πρώην πρωθυπουργό Παπανδρέου όσο και με τον Στρος Καν, ο οποίος τον αξιοποιούσε ως εμπιστευτικό δίαυλο προκειμένου να περνά τις απόψεις του στην ελληνική κυβέρνηση
-τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου όταν συζητείτο το ελληνικό ζήτημα
-απόρρητες εκθέσεις του Ταμείου για το αληθινό κόστος μιας ελληνικής εξόδου από την ευρωζώνη το οποίο ανέρχεται στο ιλιγγιώδες ποσό άνω του 1,2 τρις ευρώ!
-συγκριτικούς πίνακες από τους οποίους προκύπτει ότι αν η κυβέρνηση είχε παίξει εγκαίρως το χαρτί της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους οι ελληνικές τράπεζες θα είχαν γλιτώσει πολλά δισ. ευρώ που τους στοίχισε το PSI.
-τμήμα της ηλεκτρονικής του αλληλογραφίας με τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου.
Οι προτάσεις
O συγγραφέας είναι καταπέλτης όταν επικρίνει την κυβέρνηση Παπανδρέου επειδή δεν αποδέχθηκε τις επανειλημμένες προτάσεις Στρος Καν για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Οπως εμφατικά παρατηρεί στη σελίδα 137 του βιβλίου, «ευθύνη έχει και η τότε κυβέρνηση η οποία δεν πίεσε προς την κατεύθυνση αυτή τους Ευρωπαίους εταίρους μας και δεν εκμεταλλεύθηκε την άποψη του Στρος Καν ότι ήταν αναγκαία η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Αν η αναδιάρθρωση είχε συμπεριληφθεί στο πρώτο Μνημόνιο δεν θα χρειάζονταν τόσο σκληρά δημοσιονομικά μέτρα για τη δημοσιονομική προσαρμογή και το πρόγραμμα θα είχε περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας». Η επιμονή του Γάλλου αξιωματούχου οφειλόταν στο γεγονός ότι γνώριζε ότι το Μνημόνιο δεν «έβγαινε».
Οπως αποκαλύπτεται στη σελίδα 112 του βιβλίου, «το ΔΝΤ γνώριζε από την αρχή ότι η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία και υπάρχουν ελάχιστες επιτυχημένες περιπτώσεις. Επηρεάζει αρνητικά τη μεγέθυνση της οικονομίας και έχει αρνητικές επιπτώσεις στη δημοσιονομική σταθερότητα, λόγω της μείωσης των εσόδων που προκαλεί. Ο χρόνος προσαρμογής και επαναφοράς της οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά κυμαίνεται από 5 τετράμηνα στην περίπτωση του Χονγκ Κονγκ μέχρι 15 τετράμηνα στην περίπτωση της Αργεντινής».
Σύμφωνα με τον κ. Ρουμελιώτη, ο πρώτος που του έθιξε ζήτημα αναδιάρθρωσης του χρέους ήταν το παλαιό μέλος του Δ.Σ. του Ταμείου, με μεγάλη εμπειρία από τις διαπραγματεύσεις του ΔΝΤ με την Τουρκία, Βέλγος Ουίλι Ουίκενς. «Υποστήριξε ότι η Ελλάδα δεν θα τα κατάφερνε αν δεν ζητούσε άμεση διαπραγμάτευση του δημοσίου χρέους της» σημειώνει. Τον Μάρτιο του 2010 και όταν πια το Ταμείο ετοιμαζόταν για την ελληνική προσφυγή και το πρώτο Μνημόνιο, ο Στρος Καν έθεσε με επιμονή για πρώτη φορά το θέμα του «κουρέματος» του χρέους. Αντιγράφω από τη σελίδα 74 . «Επέμεινε σε ένα ακόμη θέμα. Στην ανάγκη να προχωρήσει η Ελλάδα σε άμεση αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους της. Ωστόσο επισήμανε ότι η κίνηση αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την πιστοληπτική θέση άλλων χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης. Για να αποφευχθεί μια αντίδραση της ευρωζώνης η αναδιάρθρωση του χρέους θα έπρεπε να προωθηθεί αμέσως μετά την επίτευξη της συμφωνίας για τη χρηματοδότηση της Ελλάδος». Η θέση του αυτή υποστηριζόταν από τη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού και Πολιτικών του ΔΝΤ. Η κυβέρνηση δεν υιοθέτησε σε εκείνη τη φάση αυτές τις εισηγήσεις, αλλά ο κ. Ρουμελιώτης πιστεύει ότι το «κούρεμα» ήταν τουλάχιστον ένα γερό διαπραγματευτικό χαρτί για να μην είναι τόσο σκληρό το πρώτο Μνημόνιο.
Οπως γράφει στη σελίδα 113, «η Ελλάδα είχε την επιλογή να απειλήσει να πτωχεύσει και να καλέσει τους πιστωτές της σε αναδιαπραγμάτευση του χρέους, αλλά παράλληλα να παραμείνει στην ευρωζώνη εφόσον καμιά χώρα-μέλος δεν μπορούσε να εκδιωχθεί από αυτήν. Αν η Ελλάδα έπαιρνε αυτή την απόφαση θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την προκλητική στάση των Γερμανών, επειδή οι γερμανικές τράπεζες είχαν αγοράσει πολλά ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου.(...). Μπροστά στον κίνδυνο αυτό ίσως οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί και οι Φινλανδοί να αποδέχονταν ένα λιγότερο αυστηρό πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας, καθώς και την αναδιαπραγμάτευση του χρέους σε εθελοντική βάση». Οπως διαπίστωσε ο κ. Ρουμελιώτης, έπειτα από νέα συνομιλία με τον Στρος Καν στις 25 Απριλίου του 2010, «ήταν φανερό ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν διαπραγματεύθηκε παρά επιμέρους θέματα». Το θέμα της αναδιάρθρωσης έπεσε και πάλι στο τραπέζι του Δ.Σ. του Ταμείου στις 9 Μαΐου 2010 από εκπρόσωπο αναδυόμενης χώρας, αλλά ο Παπανδρέου ούτε που ήθελε να ακούσει. Στις 13 Μαΐου ο ισχυρός άνδρας του ΔΝΤ επαναλαμβάνει την πρότασή του στον κ. Ρουμελιώτη, ο οποίος ενημερώνει τηλεφωνικά τους Παπανδρέο- Παπακωνσταντίνου αλλά εις μάτην. Στις 28 Ιουνίου ο Γάλλος χωρίς να απογοητεύεται τον καλεί και πάλι στο γραφείο του. «Πρέπει να πεις στον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου και στον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου να πιέσουν την ευρωζώνη να αποδεχθεί την αναδιάρθρωση του χρέους σας. Πιστεύω ότι πρέπει να αρχίσει να υλοποιείται από τον Σεπτέμβριο του 2010», του ζήτησε. Η πρότασή του έπεσε και πάλι στο κενό. Το ΠΑΣΟΚ είχε τότε τον νου του στις περιφερειακές εκλογές. Ο εκπρόσωπός μας στο ΔΝΤ ενημέρωσε τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου στις 23 Ιουλίου 2010 για τις εξελίξεις, αλλά εκείνος ήταν επιφυλακτικός «γνωρίζοντας προφανώς τις αντιδράσεις του προέδρου της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ και του αντιπροέδρου της Λουκά Παπαδήμου».
Το αίτημα που αρχειοθετήθηκε για την αναδιάρθρωση-εξπρές
Σε συνάντηση του Παναγιώτη Ρουμελιώτη με τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου εκείνη την εποχή έγινε ο εξής διάλογος:
-Πες μου, πώς μπορώ να εξαναγκάσω τους εταίρους μας να δεχθούν την αναδιάρθρωση;
-Με τη βοήθεια του Στρος Καν μπορείτε να τους πείσετε!
Και ο κ. Ρουμελιώτης θυμάται: «Ο Γιώργος Παπανδρέου μου είπε ότι ήθελε προηγουμένως να συστήσει μια επιτροπή που θα εξέταζε το θέμα. Μου ζήτησε μάλιστα να μετάσχω στην επιτροπή. Δυστυχώς, όμως, ουδέποτε με κάλεσαν να παρευρεθώ στις εργασίες της. Προφανώς οι συνεργάτες του θα τον έπεισαν ότι δεν θα έπρεπε να ζητήσει από τους Ευρωπαίους την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους».
Ειρωνείες για πλήρη υποταγή του πρώην στις διαταγές Τόμσεν
Ο συγγραφέας πνέει μένεα κατά του Γιώργου Παπακωνσταντίνου, διότι εκείνος κατ' εντολήν του τροϊκανού Τόμσεν απαγόρευσε στον πρόεδρο του ΟΔΔΗΧ Πέτρο Χριστοδούλου και στον πρόεδρο του ΣΟΕ Γιώργο Ζαννιά να ταξιδέψουν στην Ουάσινγκτον για να συζητήσουν την πρόταση Στρος Καν, ο οποίος είχε επανέλθει στο ίδιο θέμα στις 26 Οκτωβρίου. Εκφράζει μάλιστα την έκπληξή του και την απορία του για την ευκολία με την οποία υποτάχθηκε στον Τόμσεν. Ο κ. Ρουμελιώτης τον καταγγέλλει ότι «δεν εκμεταλλεύθηκε τη θετική στάση του επικεφαλής του ΔΝΤ και τις συμβουλές διάσημων οικονομολόγων». Τον ειρωνεύεται δε, παρατηρώντας ότι «είμαι βέβαιος ότι δεν διάβασε την έκθεση του ΔΝΤ με τη διεθνή εμπειρία από αναδιαρθρώσεις χρέους που του είχα δώσει στην Ουάσιγκτον». Σε άλλο σημείο του βιβλίου ο κ. Ρουμελιώτης επιτίθεται στον πρώην υπουργό Οικονομικών για την περίφημη συνέντευξη της τρόικας, κατά τη διάρκεια της οποίας είχε αναγγελθεί πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισ. ευρώ. Οπως αποκαλύπτει, «καθώς ο Παπακωνσταντίνου δεν ήθελε να ανακοινώσει πρώτος τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων με την τρόικα επειδή φοβόταν ότι θα προκαλέσει τις αντιδράσεις των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ αλλά και της κοινής γνώμης για τη συμφωνία να γίνουν αποκρατικοποιήσεις ύψους 50 δισ. ευρώ, προτίμησε να αφήσει την τρόικα να κάνει τη σχετική δήλωση»!!!
Το μεγάλο ψέμα για τον χρόνο της επιστροφής στις... αγορές
Συγκλονιστική είναι η αποκάλυψη του συγγραφέα για το τέχνασμα με το οποίο μειώθηκε η χρηματοδότηση της Ελλάδος στο πρώτο Μνημόνιο. Βάσει των εκτιμήσεων του ΔΝΤ η ευρωζώνη θα έδινε 100 δισ. ευρώ και το Ταμείο 50 δισ. ευρώ. Ομως, τόσο στους κόλπους της ευρωζώνης όσο και του ΔΝΤ ήταν δύσκολο από πολιτική άποψη να εξασφαλιστεί ένα τόσο μεγάλο ποσό. Σύμφωνα με τον κ. Ρουμελιώτη, «προκειμένου να μειωθεί αισθητά το ποσό των 150 δισ. ευρώ θα έπρεπε να γίνουν περισσότερο αισιόδοξες οι προβλέψεις του ΔΝΤ τόσο για την επαναφορά της Ελλάδος σε τροχιά ανάπτυξης και πρωτογενών πλεονασμάτων όσο και για τον χρόνο επανένταξής της στις αγορές. Με αυτό τον τρόπο θα ήταν ευκολότερο για τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών να πείσουν τους φορολογουμένους τους...».
Οταν οι εγχώριες τράπεζες έχασαν 8 δισ. € παραπάνω
Ο συγγραφέας δεν διστάζει να προσδιορίσει επακριβώς και το μέγεθος της ζημιάς που προκλήθηκε από την άρνηση της κυβέρνησης Παπανδρέου να προχωρήσει σε άμεσο «κούρεμα» του χρέους το 2010. Γράφει στη σελίδα 142:
«Οι ξένες τράπεζες είχαν στην κατοχή τους τον Δεκέμβριο του 2009 ελληνικά ομόλογα αξίας 76 δισ. ευρώ, ενώ η έκθεση των ελληνικών τραπεζών ανερχόταν σε 40 δισ. ευρώ. Τον Ιούλιο του 2011 οι ξένες τράπεζες είχαν μειώσει την έκθεσή τους στα ελληνικά ομόλογα σε 38 δισ. ευρώ και οι ελληνικές την είχαν αυξήσει στα 41 δισ. Αν λοιπόν τον Μάιο του 2010 η αξία των ελληνικών ομολόγων είχε ''κουρευτεί'' κατά 40%, οι ξένες τράπεζες θα έχαναν 30 δισ. ευρώ περίπου και οι ελληνικές 16. Με το ''κούρεμα'' της τάξης του 53% οι ξένες τράπεζες έχασαν 20 δισ. ευρώ, 10 δισ. ευρώ λιγότερα. Αντίθετα οι ελληνικές τράπεζες έχασαν 22 δισ. ευρώ, δηλαδή 8 δισεκατομμύρια περισσότερα»!!! Οπως επισημαίνει ο κ. Ρουμελιώτης σε άλλο σημείο του βιβλίου του «το Μνημόνιο ήταν ένα μέσο για να μετατραπεί το χρέος της Ελλάδος προς ιδιώτες σε χρέος προς κυβερνήσεις».
Χωρίς αντιστάσεις ακολούθησαν τη σκληρή συνταγή
Αιχμηρός είναι ο Τάκης Ρουμελιώτης όταν αναφέρεται στο πώς διαπραγματεύθηκε η κυβέρνηση τους όρους του πρώτου Μνημονίου. Γράφει στις σελίδες 74 και 85: «Κατά τη διάρκεια της συζήτησής μου με τον Στρος Καν μού επισήμανε ότι η ευρωζώνη ζητούσε από την Ελλάδα να αποδεχθεί αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης από εκείνους που συνήθως επιβάλλει το ΔΝΤ στις χώρες που ζητούν τη συνδρομή του. Θεωρούσε ότι το επιτόκιο 5% που ζητούν οι Ευρωπαίοι ήταν υπερβολικό και θα επιβάρυνε τη δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδος.
Πίστευε ότι η περίοδος δημοσιονομικής προσαρμογής θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερη από 3 χρόνια και η περίοδος αποπληρωμής του δανείου μεγαλύτερη από δύο χρόνια. (...) Η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε συμμαχήσει με το ΔΝΤ και να απαιτήσει καλύτερους όρους προσαρμογής αλλά και χρηματοδοτικής στήριξης στην ευρωζώνη. Ομως η άκαμπτη στάση των Γερμανών, των Αυστριακών και των Φινλανδών απέτρεψε την ελληνική κυβέρνηση από το να κρατήσει σκληρή στάση». Στη σελίδα 112 διηγούμενος μια συνάντησή του με τον Στρος Καν συμπεραίνει απογοητευμένος: «Ηταν φανερό ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν διαπραγματεύθηκε παρά επιμέρους θέματα».
Μανώλης Κοττάκης
ΠΗΓΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ