Οι πολιτικές και μιντιακές επιθέσεις εναντίον της Ελλάδας συνεχίζονται. Τώρα οι βόμβες-ενοχής και περιφρόνησης δεν έχουν σαν στόχο τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, αλλά τους «πάνω». Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις -μετά το Ρόιτερς σειρά έχουν οι Νιου Γιορκ Τάιμς- στρέφονται, πλέον, εναντίον του εγχώριου κεφαλαίου και των Ελλήνων «ολιγαρχών», ως εάν η Ελλάδα να είναι μία χώρα που παραπέμπει στη μετασοβιετική Ρωσία!
Το ελληνικό μεγάλο επιχειρηματικό κεφάλαιο αιφνιδιασμένο πλήρως, παραληρεί, πολλαπλασιάζοντας και υπερθεματίζοντας στην κριτική εκείνων τους οποίους κάποτε εξοστράκιζε με τη ρετσινιά του γραφικού. Τούτων δοθέντων, βέβαια, θα περίμενε κανείς ότι οι «πάνω» και οι «κάτω» θα αμύνονταν από κοινού και σε εθνική βάση απέναντι στον κοινό εξωτερικό εχθρό. Φευ, όμως, οι «πάνω» συνεχίζουν να απολύουν εργαζόμενους ή να επιδιώκουν την εξαφάνιση των επιχειρηματιών του ίδιου κλάδου, ενώ οι «κάτω» επιδίδονται σε μία πρωτοφανή «ανθρωποφαγία» μέσα από τον επιβληθέντα εντέχνως κοινωνικό αυτοματισμό. Τέλος, οι θεσμοί και πάνω απ’ όλα το κοινωνικό κράτος με πρώτες την Παιδεία και την Υγεία καταρρέουν. Η Ελλάδα μοιάζει με χώρα απελπισμένων ανθρώπων, ανθρώπων που δεν τολμούν να αντιδράσουν, δεν ονειρεύονται και είναι ευνουχισμένοι από κάθε ελπίδα.
Κι αναρωτιέται κανείς, τι να προτείνει; Ποια ελπίδα να παράσχει; Να κοιτάξουμε τα ίδια πράγματα και να τα εκτιμήσουμε με διαφορετικό τρόπο, λένε κάποιοι. Μόνο που αυτό είναι τόσο ασαφές που υπό προϋποθέσεις οδηγεί στη μεταφυσική και στην πίστη σε προφήτες και αγύρτες. Ή μήπως πρέπει να καταλάβουμε ότι το χειρότερο είναι οι ενοχές που μας επιβάλλουν και να αντισταθούμε στον εξωτερικό εχθρό; Γιατί όταν κάποιος συγκρούεται με τον εαυτό του, με τις ενοχές του, μ’ αυτόν τον καρκίνο της συνείδησης, όταν αυτοαμφισβητείται, όταν φθάνει να πει «τόσες θυσίες, τόσο αίμα… για το τίποτα», τότε ο αυτοχειριασμός είναι η επόμενη κίνηση.
Η λύση, συνεπώς, είναι η συμφιλίωση με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Όχι μόνο με τους Έλληνες αλλά με όλους τους ανθρώπους που κατοικούν σ’ αυτόν τον ωραίο τόπο που λέγεται Ελλάδα. Ναι, θα το ξαναπούμε, το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μας είναι η «βαθιά Αγάπη» για τον Άνθρωπο γενικά, χωρίς καμία ρατσιστική διάκριση. Μ’ αυτό το συναίσθημα θα μπολιαστεί η ευθύνη μας για το μέλλον των παιδιών μας και αυτό το καθήκον θα δώσει νόημα στη ζωή μας, αποδιώχνοντας το horror vacui -τον τρόμο του κενού, του τίποτα- και δημιουργώντας την πεποίθηση ότι οι πράξεις(οι θυσίες μας εν προκειμένω) μπορούν να κάνουν τον κόσμο λίγο καλύτερο. Γιατί το σημερινό πρόβλημα, περισσότερο κι από το οικονομικό, είναι ανθρωπολογικό, είναι η πίστη ότι δεν υπάρχει ελπίδα, ότι δεν υπάρχει μέλλον, ότι όλα βαίνουν προς το χειρότερο.