Η Δικαιοσύνη προσφάτως αθώωσε αστυνομικούς για ξυλοδαρμό ενός φοιτητή και καταδίκασε μία ζαρντινιέρα. Η Δικαιοσύνη προσφάτως χαρακτήρισε παράνομη την απεργία των εργαζομένων στο μετρό, ενώ φυσικά δεν είχε ασχοληθεί με τις απεργίες, κινητοποιήσεις, λευκές απεργίες των δικαστικών.
Όλα αυτά είναι προφανές ότι δεν αρκούν στο τρικομματικό καθεστώς. Βολεμένοι επί δεκαετίες στον ομφάλιο λώρο μεταξύ νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας, είχαν μάθει οι εκάστοτε εκπρόσωποι της εκτελεστικής εξουσίας ότι τίποτε και κανείς δε θα τους άγγιζε.
Το μόνο που φοβόταν ήταν μια λαϊκή αντίδραση. Γι’ αυτό και πάντα φρόντιζαν οι «νοικοκυραίοι» της εξουσίας να προλαβαίνουν να περιβάλουν με όρους όπως «λαϊκισμός» και «αναρχία» τα λαϊκά δικαστήρια. Τα λαϊκά δικαστήρια ήταν ο φόβος και ο τρόμος όλων των κυβερνήσεων. Τα ταύτιζαν με σφαγές, λιντσαρίσματα και αυτοδικία. Έχοντας δεμένη χειροπόδαρα και διορισμένη τη δικαστική εξουσία, δήλωναν πάντα την εμπιστοσύνη τους σε αυτήν. Επειδή όμως πάντα φοβόταν μήπως σπάσει ο διάολος κάποιο ποδάρι, φρόντιζαν εκ των προτέρων με διάφορα τερτίπια περί ευθύνης υπουργών να μη φτάσουν οι ίδιοι σε δικαστικές αίθουσες.
Το πρώτο που πρέπει να θυμίσουμε είναι ότι «Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο είναι Ποινικό Δικαστήριο, το οποίο εκδικάζει κακουργήματα σε πρώτο βαθμό. Συγκροτείται από τρεις τακτικούς δικαστές (έναν Πρόεδρο Πρωτοδικών ως πρόεδρο και δύο Πρωτοδίκες) και τέσσερις ενόρκους (λαϊκούς δικαστές). Κατά το Σύνταγμα είναι το κατ’ εξοχήν αρμόδιο δικαστήριο να δικάζει κακουργήματα. Κατά το άρθρο 97 παράγραφος 1: Τα κακουργήματα και τα πολιτικά εγκλήματα δικάζονται από μικτά ορκωτά δικαστήρια που συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές και ενόρκους, όπως νόμος ορίζει».
Σημείωση 1: «Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό πολιτικών εγκλημάτων (πλημμελημάτων και κακουργημάτων).
Σημείωση 2: «Η απόφαση για την αθωότητα ή την ενοχή του κατηγορουμένου λαμβάνεται κατά πλειοψηφία· η κάθε ψήφος λαϊκού και τακτικού δικαστή έχει ίση βαρύτητα».
Σημείωση 3: «Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο αντικατέστησε το 1967 το παλαιότερο Κακουργοδικείο, το οποίο ήταν αμιγές λαϊκό δικαστήριο».
Για τον προσδιορισμό του πολιτικού εγκλήματος έχουν διατυπωθεί τρεις θεωρίες, (ως αντιστάθμισμα της απουσίας νομοθετικού ορισμού της εννοίας).
Σύμφωνα με την πρώτη, την αντικειμενική θεωρία, κριτήριο διάκρισης και εντοπισμού του πολιτικού εγκλήματος είναι η φύση του δικαιώματος που προσβάλλεται. Έτσι το πολιτικό έγκλημα χαρακτηρίζεται από το αντικείμενο του και όπως το όρισε η Διεθνής Διάσκεψη για την ενοποίηση του ποινικού Δικαίου της Κοπεγχάγης το 1935, είναι το έγκλημα που στρέφεται κατά της οργανώσεως και της λειτουργίας του Κράτους καθώς και κατά των δικαιωμάτων των πολιτών που απορρέουν απ΄αυτήν.
Εν πάση περιπτώσει, ας μη μπλέξουμε με νομικές διαδικασίες. Ας μπλέξουμε με την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και ποιοι την τρέμουν. Το μαθαίνουμε από την ομολογία του Ευάγγελου Βενιζέλου όπως την διατυπώνει σε συνέντευξή του στο «ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ»:
Ομολογεί το φόβο του ο Βενιζέλος χαρακτηρίζοντας: «πολύ μεγάλο ζήτημα στη λειτουργία των σύγχρονων δημοκρατιών το ρόλο της Δικαιοσύνης, δηλαδή τον λεγόμενο πολιτικό αυτοπεριορισμό της Δικαιοσύνης και την αποφυγή κάθε μορφής δικαστικής δημαγωγίας. Και δεν αναφέρομαι, στις συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, αναφέρομαι στον τρόπο με τον οποίο ασκείται αυτό καθ’ εαυτό το δικαιοδοτικό έργο. Ναι αυτό είναι ένα μεγάλο θεσμικό θέμα. Γι αυτό και ένα από τα βασικά θέματα της αναθεώρησης του Συντάγματος πιστεύω ότι πρέπει να είναι το ζήτημα της Δικαιοσύνης».
Δηλαδή, τι; Θα επιδιώξει να μαντρώσει ακόμη περισσότερο τη Δικαιοσύνη, καθώς η ίδια δεν κατάφερε να δώσει καλά δείγματα «πολιτικού αυτοπεριορισμού της» και ούτε «απέφυγε κάθε μορφή δικαστικής δημαγωγίας»; Τι σημαίνει «δικαστική δημαγωγία» κατά τον κ. Βενιζέλο; Μα είναι εμφανές. Όλοι το καταλαβαίνουμε. Δικαστική δημαγωγία είναι να ανακαλύπτουν ευθύνες οι δικαστές στους πολιτικούς και μάλιστα να τολμούν να τις αποδίδουν.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, όμως, το προχωρά ακόμη περισσότερο ομολογώντας ότι «Η Δικαιοσύνη πάντα παρενέβαινε και διαμόρφωνε το κλίμα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε πάρα πολλές χώρες». Ομολογεί δηλαδή ότι η ελεγχόμενη δικαιοσύνη από πάντα είχε πολιτικό ρόλο και εξυπηρετούσε τον έναν ή τον άλλον πολιτικό φορέα διαμορφώνοντας το κατάλληλο περιβάλλον για τον έναν ή τον άλλον.
Αν αύριο κιόλας η Δικαιοσύνη δεν καλέσει τον Βενιζέλο να απολογηθεί για τις δηλώσεις του, τότε αυτομάτως θα σημαίνει ότι ο Βενιζέλος έχει δίκιο σε όσα λέει. Δηλαδή η Δικαιοσύνη συμμετέχει στο πολιτικό κλίμα διαμορφώνοντάς το, αλλά και ότι είναι θεμιτό να αυτοπεριορίζεται πολιτικά προς το συμφέρον της εκάστοτε κυβέρνησης.
Κι αν έχει δίκιο σε όσα λέει ο Βενιζέλος, τότε αντιλαμβανόμαστε εύκολα την ξαφνική παρέμβαση Σημίτη στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, όπου σε άρθρο του τονίζει ότι «ο λαϊκισμός που θέλει να δώσει στους αυτόκλητους πολίτες το δικαίωμα να δικάζουν ανοίγει το δρόμο στον φασισμό».
Μόνο που δεν υπάρχουν «αυτόκλητοι πολίτες». Τέτοιον όρο μόνο ο Σημίτης θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κάνοντας την ελληνική γλώσσα να πάθει εγκεφαλικό. Για να τελειώνουμε, ΕΜΕΙΣ οι Πολίτες, έχουμε εκ του νόμου το δικαίωμα να δικάζουμε πολιτικά εγκλήματα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, σύμφωνα με το Σύνταγμα. Τώρα, το για ποιο λόγο τα πολιτικά εγκλήματα εκδικάζονται από Ειδικά Δικαστήρια ενώ έχει προηγηθεί το προστατευόμενο περιβάλλον των διάφορων επιτροπών της Βουλής είναι κάτι που αφορά στην κολοβή δημοκρατία.
Αν κάποτε οι Πολίτες αποφασίσουν να χρησιμοποιήσουν όλα τα δικαιώματα που διαθέτουν και στους πολιτικούς αποδοθούν όλες οι ευθύνες που τους ανήκουν, ίσως ξημερώσει ένα δικαιότερο σύστημα γεμάτο αξιοπρέπεια και ελευθερία. Ως τότε, ο κάθε Βενιζέλος μπορεί να μαλώνει τη Δικαιοσύνη όποτε δεν του κάνει όλα τα κέφια κι εμείς να καθόμαστε απαξιωμένοι στη γωνιά μας.
ΠΗΓΗ ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ