Το δελτίο αυτοκτονιών συνεχίζει να αυξάνεται. Οι αυτοκτονίες λόγω φτώχειας. Είναι η λογική κατάληξη μιας κοινωνίας που στήριξε την προσωπική αξιοπρέπεια στην επιφάνεια. Σε μια κοινωνία που λειτουργεί με βάση τα πόσα έχεις, πόσα μπορείς να αγοράσεις, πως θα σε δουν οι γύρω. Το σπίτι ο ναός του νοικοκύρη, το αυτοκίνητο, το κομπόδεμα στη τράπεζα, η ωραία επίπλωση, τα ωραία ρούχα, οι διακοπές το καλοκαίρι, το εξοχικό, η βάρκα, τα καλοντυμένα παιδιά φορτωμένα με όλα τα γκατζετάκια τελευταίου τύπου, η κυρά που πηγαίνει ανελλιπώς κομμωτήριο, μανικιούρ, πεντικιούρ κάθε βδομάδα, η σύναξη σε ταβέρνες και κέντρα διασκέδασης, ένα σύνολο άνεσης κατανάλωσης, ατέλειωτης κατανάλωσης των προϊόντων του δυτικού παραδείσου.
Ο άντρας ορίζεται από το τάδε άρωμα λέει η διαφήμιση, η γυναίκα ορίζεται από τη τάδε σιλουέτα, τα παιδιά ορίζονται από το τάδε κολέγιο, η οικογένεια ορίζεται από το τάδε τζιπάκι που τραβάει μια βάρκα από πίσω, και το σπίτι ορίζεται από τα τάδε έπιπλα και αξεσουάρ που βλέπουν οι άλλοι και ζηλεύουν. Οι άνθρωποι ορίζονται από τα αντικείμενα που αγοράζουν. Ποια δύναμη να βρει κανείς όταν χάνει όλα αυτά που τον ορίζουν. Όταν κάτω από αυτά δεν υπάρχει κάποιος άλλος σκοπός ζωής? Σ' αυτή τη κοινωνία το να σου πάρουν το σπίτι μοιάζει το τέλος του κόσμου. Το να αναγκαστείς να πεις στα τέκνα "είμαστε φτωχοί πρέπει να αλλάξουμε ζωή" μοιάζει σαν αποδοχή πως είσαι ένας γονιός εξευτελισμένος. Το να πεις στη γυναίκα σου , τέρμα το κομμωτήριο μοιάζει σαν να της ομολογεί πως δεν σου σηκώνεται πλέον....
Το δελτίο αυτοκτονιών δεν έχει γεμίσει με ανθρώπους που είναι φτωχοί, είναι γεμάτο με ανθρώπους που τρεις μέρες πριν δεν ήταν....Γεμάτο με ανθρώπους που υποκύπτουν στο μοιρολατρικό και ταπεινωτικό όπου φτωχός κι η μοίρα του. Μια φράση φετίχ στο σύστημα για να θυμίζει συνεχώς πως αν είσαι φτωχός δεν έχεις μοίρα. Για να υπάρχεις με μοναδικό σκοπό να μην είσαι φτωχός. Δεν πλανιέται γύρω μας το σκιάχτρο της φτώχειας, πλανιέται κάτι πιο ύπουλο το φάντασμα του φόβου της φτώχειας. Οι απροετοίμαστοι άνθρωποι στον πιο δύσκολο αγώνα της ζωής. Εκείνον που δεν έχει άκρες, δεν έχει μέσα, δεν έχει γνωριμίες στα υπουργεία, δεν έχει λαδώματα και μίζες, ευνοϊκή μεταχείριση και φακελάκια. Το φάντασμα των ανθρώπων που πρέπει να κάνουν οτιδήποτε για να επιβιώσουν, ακόμα και ταπεινά επαγγέλματα, στερήσεις, βάσανα, και να σταθούν στα πόδια τους.
Είναι οι άνθρωποι που πρέπει να διδάξουν σύντομα τον εαυτό τους και την οικογένειά τους πως οι παχιές αγελάδες τέλειωσαν. Πως αύριο θα μοιάζουν σαν εκείνη την οικογένεια του κυρ Δημήτρη στη γειτονιά που ζει στο ημιυπόγειο. Θα μοιάζουν στη Μαρία που καθαρίζει τριάντα χρόνια σκάλες. Θα μοιάζουν στο ντελιβερά που ερχόταν φορτωμένος με πίτσες τις παλιές καλές εποχές. Γιατί ένα ολόκληρο σύστημα που υποστήριξαν και έθρεψαν μέχρι του σημείου να γίνει ένα αναίσθητο παχύδερμο, τους είχε πείσει πως όλα αυτά θα είναι μόνιμα. Πως το χρήμα θα αυγατίζει συνεχώς και η καλοπέραση θα αυξάνεται. Ο ψεύτικος κόσμος των διαφημίσεων με τις υπέροχες οικογένειες, στα υπέροχα σπίτια που έτρωγαν σε υπέροχες κουζίνες υπέροχα φαγητά ήταν το σημείο αναφοράς για την αξιοπρέπεια, την επιτυχία, τη θέση σ΄αυτό το κόσμο.
Όλα αυτά τα χρόνια όταν έμπαινα στα σπίτια που είχαν τα πάντα εκτός από μια βιβλιοθήκη (γατί τα βιβλία πιάνουν σκόνη εύκολα) όταν έβλεπα τα γυαλισμένα τετράτροχα να μας πετάνε τα νερά από τις λακκούβες του δρόμου, όταν έβλεπα οικογένειες τεσσάρων ατόμων στις παραλίες να παραγγέλνουν για δέκα, όταν κοίταζα τα σκουπίδια γεμάτα από πεταμένες μπριζόλες και κάθε λογής εδέσματα περίσσευμα, όταν άκουγα τα παιδιά να κλαίνε υστερικά για τα καλύτερα αθλητικά παπούτσια που έχει ο κολλητός, όταν κοίταζα τις κυρίες να ιδρώνουν στα γυμναστήρια και τους κυρίους να ποτίζουν με κάσες από ουίσκι και γαρδένιες τις πίστες.... σκεφτόμουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που υπάρχουν για να αγοράζουν και να καταναλώνουν, που έχουν σαν σκοπό της ζωής τη γεμάτη τσέπη, τι θα κάνουν όταν τους τραβήξει κανείς το χαλί κάτω από τα πόδια.
Η αυτοκτονία κάποιου που πτώχευσε δεν είναι καινούργιο πράγμα. Συνέβαινε και σε άλλες εποχές. Απλά δεν ακουγόταν γιατί ήταν ο ένας. Κάποιος ανώνυμος που βίωνε η οικογένειά του το δράμα. Είναι όπως μια αρρώστια που υποκύπτει κάποιος στο νοσοκομείο και κανείς δεν γνωρίζει εκτός κι αν προσβληθεί όλος ο θάλαμος, πεθάνουν πενήντα μαζί και φτάσουν τα κανάλια. Τότε πλακώουν οι ειδήμονες κι αναλύουν τα πως και τα γιατί. Έτσι και τώρα. Στους τρεις τέσσερις πρώτους δεν έδωσε σημασία κανένας. Τώρα η επιδημία γίνεται αξιοπρόσεκτη και μια καλή ευκαιρία αντιμνημονιακής προπαγάνδας. Όμως το μνημόνιο δεν ήταν η αιτία. Είναι το αποτέλεσμα. Η αιτία που οι άνθρωποι δεν μπορούν να βρουν ένα καλό λόγο να ζήσουν ακόμα κι όταν τα χάνουν όλα, είναι ένα ολόκληρο σύστημα που τους έχει αφαιρέσει τη δυνατότητα να βρουν λόγους να ζουν πέρα από τα σκουπίδια που τους πασάρει. Το μνημόνιο δεν δοκιμάζει μόνο τις τσέπες μας, δοκιμάζει όλα εκείνα που υπάρχουν μέσα μας, τις σωματικές και πνευματικές μας αντοχές, δοκιμάζει αυτό που κάποιος μπορεί να είναι όταν μείνει γυμνός μπροστά σε όλους.
Είναι η δύναμη κάποιου να δει πως η φτώχεια δεν είναι η ντροπή, πως ντροπή είναι ένα σάπιο σύστημα που μπορεί να σε πετάει σαν τρίχα από το προζύμι. Και σ΄αυτό το σημείο ή πρέπει να υποκύψεις ταπεινωμένος και να σε πείσουν πως όντως είσαι μια τρίχα ή πρέπει να σηκώσεις κεφάλι και του δείξεις τα δόντια. Πρέπει να ανακοινώσει κανείς με θάρρος στην οικογένεια πως είναι η ώρα να σηκώσουν τα μανίκια και να αποδείξουν πως είναι ικανοί να ζήσουν σε σκληρές συνθήκες. Πως ήρθε η ώρα να δοκιμαστούν οι αντοχές και το μυαλό. Γι΄αυτό θα επιζήσουν εκείνοι που εκτός από το τραπεζικό κομπόδεμα είχαν φτιάξει ένα άλλο, με άλλα πλούτη. Κι αγάπη. Αγάπη για την ίδια τη ζωή. Όσοι θα μείνουν ενωμένοι και στα βάσανα. Αξιοπρεπείς ακόμα και πεινασμένοι. Εύχομαι σύντομα να σταματήσει αυτή η τραγωδία της αυτοκτονικής λύσης. Να γίνει μια επίσκεψη σ΄εκείνο το ημιυπόγειο του κυρ Δημήτρη και να τον ρωτήσουν να μάθουν πως τα καταφέρνει και χαμογελάει ακόμα.
Γιατί όλοι αυτοί που χορταίνουν με το να ρουφάνε τις ανθρώπινες ζωές ένα πράγμα μόνο δεν ανέχονται. Μπλοκάρουν. Να τους κοιτάς στα μάτια και να γελάς. Δεν μπορούν να αποκωδικοποιήσουν το ψυχικό μεγαλείο γιατί δεν έχουν. Οταν μπροστά τους υπάρχει κάποιος που θεωρούν ασήμαντο και ορθώνει το ανάστημα τρελένονται. Δεν μπορούν να κατανοήσουν το γεγονός πως ένα τεράστιο και λουξ επιπλωμένο σπίτι όπως το δικό τους είναι τόσο κενό και ανούσιο μπροστά στη δύναμη ενός ανθρώπου που δεν έχει τίποτα από ότι έχουν κι όμως είναι πλούσιος. Ολο το παιχνίδι υποταγής μπορεί να συμπεριλάβει μόνο όσους υποτάσσονται. Δεν υπάρχουν όπλα ούτε κολπάκια ούτε καλοπιάσματα για κάποιον που βλέπει όλο αυτό το γελοίο κατασκεύασμα στη πραγματική του διάσταση. Δηλαδή γελοίο.
Προσοχή, δεν υποτιμώ κανέναν άνθρωπο που έφτασε στο μοιραίο εκείνο σημείο να αφαιρέσει την ίδια του τη ζωή. Κανείς δεν είναι ικανός να νοιώσει ότι ένοιωσε αυτός ο άνθρωπος. Και κανένας δεν έχει δικαίωμα να κρίνει αν ήταν σωστό ή όχι. Αυτό που στιγματίζω είναι το γεγονός πως αυτός ο συγκεκριμένος άνθρωπος ήταν παγιδευμένος πολύ πριν το μνημόνιο. Κι αυτός και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι. Παγιδευμένοι σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι. Εκατομμύρια παγιδευμένοι σε ένα σύστημα επιδερμικό, κούφιο, χυδαίο που προωθεί αυτή την άθλια κενότητα σαν νοικοκύρεμα. Που σπρώχνει τους ανθρώπους να αγωνίζονται συνεχώς , να αφιερώνουν όλη τους την ύπαρξη για να αποκτήσουν όλα εκείνα που δεν θα έπρεπε κανείς να θυσιάσει ούτε λεπτό από τη ζωή του για να τα αποκτήσει. Αυτό στιγματίζω κι αυτό θεωρώ γελοίο. Κι είναι μεγάλη αγανάκτηση να βλέπω πόσο γερά κρατάει αυτή η παγίδα. Που θα πάει όμως, κάποια στιγμή θα σπάσει η φάκα και τότε αλίμονο γι΄αυτό που θα ξεφύγει από μέσα. Αλίμονο....