Οι Σειρήνες όμως έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι: τη σιωπή τους. Και πιθανότερο, παρόλο που δεν έτυχε ποτέ, θα ήταν να γλιτώσεις από το τραγούδι τους, παρά από τη σιωπή τους.[Φραντς Κάφκα, Η σιωπή των σειρήνων]
Η επανάσταση που οραματίζομαι θα είναι μια επανάσταση των σιωπηλών. Δεν θα έχει σημαίες αναπεπταμένες, συνθήματα και ιδεολογικές διακηρύξεις. Θα είναι μια επανάσταση βουβή, που θα στηρίζεται απλώς στην αλληλεγγύη των βλεμμάτων. Θα ξεκινήσει από την απόλυτη, την οργισμένη σιωπή, και θα αποδώσει στον άνθρωπο ό,τι στερήθηκε, ό,τι ονειρεύθηκε, ό,τι ζήτησε με κραυγές -πριν επιλέξει τη σιωπή.
Γιατί αυτή η σιωπή είναι η απόγνωση και η προσδοκία του. Δεν είναι αποδοχή, μήτε μοιρολατρία. Η σιωπή είναι το μέτρο της διαψευσμένης του ζωής, η πίκρα για τις επαγγελίες που ακυρώθηκαν, η οργή για την υποκρισία και το ψέμα. Η σιωπή είναι το ανώτερο στάδιο της πολιτικής ωριμότητας. Αν οδηγήσει στην επανάσταση, θα είναι μια επανάσταση αληθινή, αφού για πρώτη φορά δεν θα δεσμεύεται από τα λόγια της, θα δεσμεύεται μόνον από τα αισθήματά της.
Η επανάσταση των σιωπηλών δεν απευθύνεται λοιπόν σε ορισμένες τάξεις κοινωνικές, ούτε υπόσχεται ευημερία και δικαιώματα. Υπόσχεται μόνον μια άλλη γλώσσα: Την ξεχασμένη γλώσσα της ειλικρίνειας και της ευθύνης. Δεν επιδιώκει την εξουσία, αφού όπως απέδειξε η Ιστορία αυτό οδηγεί στη βία και τον εκφυλισμό. Επιδιώκει, όμως, να αποδώσει στον άνθρωπο την εξουσία της ζωής του, να απαντήσει στη βουβή απόγνωση της σιωπής του. «Η επανάσταση», σχολίασε ο μέγιστος των θεωρητικών της, «συνιστά μια πνευματική αναταραχή, μέσω της οποίας μια ομάδα ανθρώπων επιδιώκει να θέσει νέα θεμέλια για την ύπαρξή της».
Σε αυτήν λοιπόν την επανάσταση, που αναζητά αιωνίως τα θέμελιά της, δεν έχουν ίσως θέση οι ποιητές, μήτε οι φιλόσοφοι. Εχουν όμως θέση οπωσδήποτε οι άνεργοι. Ο φιλόσοφος προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο, ο ποιητής δημιουργεί τον δικό του. Ο άνεργος όμως τον στερείται εξ ορισμού. Η ανεργία αποτελεί τον παραλογισμό ενός πολιτισμού, που δεν παύει να επαίρεται για τις κατακτήσεις του. Ο παραλογισμός αυτός, αλλού μεταφράζεται στην πρόκληση της χλιδής, στον άνεργο σε ταπεινώσεις που δεν τελειώνουν. Ο άνεργος κατέφυγε στη σιωπή, επειδή κουράστηκε να ακούει για επενδύσεις και για τη μείωση της ανεργίας· που εξαιρεί ωστόσο πάντοτε τον ίδιο. Ο άνεργος είναι πια σιωπηλός, όχι επειδή θέλει να κρύψει την οργή του, αλλά επειδή δεν αντέχει να μιλήσει άλλο.
Η σιωπή -που κρύβει την απόγνωση- χαρακτηρίζει ακόμα όσους νοιάζονται αληθινά για τα δεινά του περιβάλλοντος. Δεν είναι οι οικολόγοι: Οι οικολόγοι φλυαρούν χωρίς μέτρο, και αναζητούν διαρκώς άλλοθι στον εαυτό τους και την «ανάπτυξη». Στην επανάσταση των σιωπηλών, θα συμμετέχουν οι άλλοι: Οσοι γνωρίζουν ότι η ανάσα της φύσεως είναι το ίδιο σπουδαία με τη δική τους ανάσα, ότι τα τραύματά της αποτελούν τραύματα στο δικό τους σώμα και την ψυχή. Αν σήμερα η μόνη προσδοκία τους είναι η επανάσταση των σιωπηλών, είναι επειδή κουράστηκαν να καταγγέλουν: την ασίγαστη μανία καταστροφής σε παραλίες και δάση, τις απάνθρωπες πόλεις που στεγνώνουν τις ψυχές, τη θυσία του αιώνιου και του αναγκαίου στο εφήμερο και το ταπεινό. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν υπόσχεται νόμους και διατάγματα, που θα αποβλέπουν στην «προστασία» του περιβάλλοντος.
Θεωρεί, αντίθετα, ότι είναι ο άνθρωπος που πρέπει να προστατευθεί. Εκείνος -που σήμερα σιωπά με απόγνωση- και οι επίγονοί του. Το περιβάλλον είναι ανάγκη να παραμείνει όσο γίνεται υπερήφανο και ανέγγιχτο, επειδή μόνον έτσι ανθεί πράγματι η ζωή. Αλλιώς, θα πληθαίνουν οι απομιμήσεις και τα ομοιώματά της.
Στην επανάσταση των σιωπηλών συμμετέχουν και όσοι είδαν το διαφορετικό κόσμο, που έπλασαν μέσα τους, να διαψεύδεται και να συντρίβεται. Μήτε μετάνιωσαν όμως, επειδή ο κόσμος τους είχε αξίες και ήθος, μήτε αλλάζουν. Στην επανάσταση των σιωπηλών, είναι σημαιοφόροι χωρίς σημαίες, πεζοπόροι χωρίς προμήθειες. Διαθέτουν την τιμιότητα του βλέμματος και μια παράδοξη αξιοπρέπεια. Ο κόσμος όμως που έπλασαν -που είχε αξίες και ήθος- είναι πάντοτε εκεί. Και απαιτεί το σεβασμό από όσους μιλούν εξ ονόματός του. Αυτοί οι σημαιοφόροι -χωρίς σημαίες- στην επανάσταση των σιωπηλών είναι η εγρήγορση και η συνείδησή της.
Όσοι άλλωστε κατέφυγαν στη σιωπή δεν έπαυσαν να ονειρεύονται: τη δίκαιη συγκρότηση του κοινωνικού ιστού, την αύρα μιας παιδείας ουσιαστικής, την ενίσχυση των δημιουργικών δυνάμεων που εν είδει μικρής φωτιάς υπάρχουν στον καθένα. Αντί όμως να κερδίσουν τη μοναδικότητά τους, έγιναν αριθμοί και αποδέκτες. Αριθμοί σε πίνακες στατιστικής και σε μετρήσεις θεαματικότητας· αποδέκτες σε επίπλαστες ανάγκες και όμηροι μιας ανεξέλεγκτης προόδου. Κι ενώ τα στοιχεία και οι εξαγγελίες των πολιτικών μιλούν για τη διαρκή άνοδο του εθνικού εισοδήματος, εκείνοι αισθάνονται ότι το βιοτικό τους επίπεδο -με την έννοια του βίου, της ζωής- διαρκώς μειώνεται.
Αυτός άλλωστε -εγώ ή εσείς- που οραματίζεται την επανάσταση των σιωπηλών, δεν ενδιαφέρεται αν επικριθεί ως ρομαντικός, μήτε αν καταταχθεί από τους εχέφρονες στους υπέρμαχους μιας ουτοπίας, από τις πολλές που γνώρισε η Ιστορία. Οι επικριτές της επανάστασης των σιωπηλών, συχνά φορτωμένοι με διπλώματα και κοινωνιολογικές περγαμηνές, αγνοούν την αξία της σιωπής, το εν δυνάμει επαναστατικό της περιεχόμενο. Τι άλλο όμως ήταν η εξέγερση του Πολυτεχνείου -για να αναφερθούμε στην επικαιρότητα- από μια κραυγή σπαρακτική, μια στιγμή επαναστάσεως ύστερα από χρόνια σιωπής; Η σιωπή υπήρχε από νωρίς στις διαψευσμένες προσδοκίες των νέων ανθρώπων, σερνόταν στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα και τους δρόμους της Αθήνας, μιλούσε με μουσικές και αθέατα δάκρυα. Η βία επιτάχυνε την έκφρασή της, τα τανκς προσπάθησαν να καλύψουν την απειλή της.
Όσοι λοιπόν αμφισβητούν την επανάσταση των σιωπηλών, δεν μέτρησαν ποτέ την αξία της σιωπής, δεν έτυχε ποτέ να αντιληφθούν την εκρηκτική της δύναμη. Μήπως όμως και ο έρωτας δεν είναι ως επί το πλείστον σιωπή, μήπως μέσα στη σιωπή δεν πλάθει ο δημιουργός το έργο του;
«Οι επαναστάσεις είναι τρελές εμπνεύσεις της Ιστορίας», έγραψε ένας σπουδαίος επαναστάτης, που δολοφονήθηκε μάλιστα από τους πρώην συντρόφους του στην εξορία. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν θα είναι απλώς μια τρελή έμπνευση της ανθρώπινης ιστορίας. Θα είναι ίσως η συνέχεια και η αποθέωσή της.
Του Γιώργου Γραμματικάκη
ΠΗΓΗ INSIDER