True Lies

Σα09202014

Last update07:19:02 μμ

Back ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΑΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Ντοκουμέντο: «Έτσι τα παίρναμε, έτσι τα μοιράζαμε!

Ντοκουμέντο: «Έτσι τα παίρναμε, έτσι τα μοιράζαμε!

«Δεν έχω να σας πω τίποτα παραπάνω και όσα έχω να πω τα λέω ήδη στις δικαστικές αρχές. Εκεί εξηγώ ποιος ήταν ο δικός μου ρόλος στο σκάνδαλο αυτό και ποιος ήταν ο ρόλος των «μεγάλων» που δεν φοράνε παντελόνια. Όταν κληθώ και για τη λίστα Λαγκάρντ θα εξηγήσω την εμπλοκή του ονόματός μου». Αυτή η δήλωση μας μεταφέρθηκε από την κρατούμενη στις φυλακές διευθύντρια της Εφορίας Θεσσαλονίκης, Μαρία Γεωργιάδου-Καπρή. Στον λογαριασμό της στη λίστα Λαγκάρντ φέρονται να έχουν κάποια στιγμή περάσει 600.000 ευρώ, δηλαδή περίπου 200 εκατ. δραχμές.

 Η Γεωργιάδου με χειρόγραφη επιστολή της (υπόμνημα) προς τον Εισαγγελέα Θεσσαλονίκης αλλάζει γραμμή και από εκεί που υποστήριζε ότι είναι αθώα, τώρα ομολογεί ότι κρατούσε το 30% των χρημάτων και το 70% το έδινε σε ανωτέρους της, μεταξύ των οποίων κατονομάζει και την πελάτισσα του προέδρου της Προανακριτικής για τη λίστα Λαγκάρντ, Χρήστου Μαρκογιαννάκη. Να μην έχετε καμία αμφιβολία ότι τα χρήματα πήγαιναν στο υπουργείο Οικονομικών και από εκεί και σε πολιτικά πρόσωπα, μας είπε ο γνωστός δικηγόρος Θεσσαλονίκης (και εκ των νομικών συμβούλων του «Π»), Χρήστος Κάτσιος, ο οποίος πρωτοστάτησε ώστε ο κύριος μοχλός του σκανδάλου, Ν. Κασιμάτης, να αλλάξει γραμμή.

Ο Κασιμάτης άρχισε να ομολογεί, έχει ήδη καταδικαστεί σε εκατοντάδες χρόνια κάθειρξης, αλλά συνεργάζεται πια με τις Αρχές και αποκαλύπτει στοιχεία. Μεταξύ άλλων αποκάλυψε ότι έκανε διαπραγμάτευση με το υπουργείο Οικονομικών για να μιλήσει, αλλά η διαπραγμάτευση… απέτυχε. Προσπάθησαν να τον φοβίσουν, εξαφανίστηκε, αλλά στη συνέχεια επέστρεψε με δικηγόρο τον κ. Κάτσιο. Στο ραντεβού στο υπουργείο Οικονομικών ο κ. Κάτσιος συνοδευόταν από τον τότε διευθυντή του ΣΔΟΕ Βόρειας Ελλάδας κ. Κουκάκη. Ο κ. Κουκάκης είναι τώρα συνταξιούχος, ενώ ο αδελφός του εμφανίζεται ως επιτυχημένος οψίμως επιχειρηματίας στη Θεσσαλονίκη. Στο ραντεβού «διαπραγμάτευσης» στο υπουργείο Οικονομικών ήταν ο τότε υφυπουργός, γνωστός από το σκάνδαλο Βατοπεδίου Φωτιάδης και ο τότε γραμματέας του υπουργείου, κ. Μπατζελής, αδελφός της μετέπειτα βουλευτίνας και υπουργού σε κυβέρνηση Παπανδρέου Μπατζελή. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον όλων έχει η περίπτωση της κ. Μαρίας Στογιάννου. Η κυρία αυτή είναι η δεύτερη που αναγνωρίστηκε στη λίστα Λαγκάρντ μαζί με την κ. Καπρή. Στον λογαριασμό της και σε λογαριασμό που είναι συνδικαιούχος στη λίστα Λαγκάρντ φέρονται να πέρασαν περίπου 6 εκατ. ευρώ.

Η κ. Στογιάνου ήταν επικεφαλής στην πιο «ζουμερή» εφορία, την ΦΑΕ Θεσσαλονίκης, ήταν συνδικαλίστρια του ΠΑΣΟΚ και συνήγορό της έχει τον γνωστό δικηγόρο και νομικό σύμβουλο για ένα διάστημα του Αν. Παπανδρέου Αντώνη Βγόντζα. Η κ. Στογιάννου ισχυρίζεται ότι τα χρήματα στη λίστα Λαγκάρντ ανήκουν στην αδελφή της, που είχε εξαγωγική εταιρεία. Μέρος αυτών των χρημάτων μπήκαν στον λογαριασμό της, γιατί η αδελφή της αντιμετώπιζε οικογενειακά θέματα. Αυτά βέβαια είναι απλοί ισχυρισμοί που μένει να αποδειχθούν. Μεγάλη επιτυχία του συνηγόρου της είναι ότι η Στογιάννου, παρότι καταδικάστηκε σε 21 χρόνια κάθειρξης συνολικά, στη φυλακή έμεινε μόνο για λίγους μήνες. Αυτό βέβαια δεν συνέβη γιατί έπρεπε να βοηθήσει την αδελφή της, αλλά μετά την καταδίκη της και την αποκάλυψή της στη λίστα Λαγκάρντ η πιο λογική και προφανής εξήγηση είναι ότι έμεινε λίγο στη φυλακή ώστε να μην αρχίσει να μιλάει για το σκάνδαλο των εφοριακών και τις διαδρομές των χρημάτων στο υπουργείο Οικονομικών. Αθώα παρά τα 39 χρόνια κάθειρξης δηλώνει και η πελάτισσα του κ. Μαρκογιαννάκη. «Μας λάδωναν γιατί δεν καθυστερούσαμε τις επιστροφές ΦΠΑ» Το ζήτημα για το κύκλωμα στο υπουργείο Οικονομικών, τις πολιτικές σχέσεις και τις παχυλές καταθέσεις, αποκτά πλέον άλλες διαστάσεις, καθώς η ευρισκομένη στη λίστα Λαγκάρντ Γεωργιάδου-Καπρή μιλάει και λέει πολλά στην επιστολή της προς τον εισαγγελέα Εφετών. Αυτή την εξομολόγηση φέρνουμε σήμερα στο φως.

Στο υπόμνημά της προς τον εισαγγελέα, η Γεωργία Γεωργιάδου – Καπρή, κρατούμενη στο γενικό κατάστημα κράτησης Θεσσαλονίκης, αναφέρει: «Είμαι έγκλειστη στο γενικό κατάστημα κράτησης Θεσσαλονίκης εδώ και επτά συνεχόμενα χρόνια, με συνέπεια να έχει κλονιστεί σοβαρά η υγεία μου, και για τον λόγο αυτόν αδυνατώ να παρίσταμαι κατά την εκδίκαση των δικών, στις οποίες είμαι κατηγορούμενη. Για τον λόγο αυτόν, σας υποβάλλω το υπόμνημα αυτό, το οποίο επιθυμώ, και δίνω ειδική εντολή στον δικηγόρο μου να κατατίθεται στις δίκες. Διορίσθηκα ως υπάλληλος του υπουργείου Οικονομικών το έτος 1972 και έχω υπηρετήσει σε ΔΟΥ. Στην Α΄ ΔΟΥ Θεσ/νίκης, μετατέθηκα το 1995 και δεν τοποθετήθηκα αμέσως, αλλά ήμουν υπάλληλος γενικών καθηκόντων. Δηλαδή, μου έδιναν δουλειά από όλα τα τμήματα της ΔΟΥ. Με το αντικείμενο του ΦΠΑ δεν είχα ασχοληθεί ποτέ μέχρι τότε. Έτσι, μου έδειξαν κάποια πράγματα και σπανίως μου έδιναν να ασχοληθώ με αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ, κυρίως μικρών ποσών. Τα βιβλία του τμήματος τα τηρούσε ο προϊστάμενος, ο οποίος παρελάμβανε και τις αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ τις οποίες χρέωνε, εκ περιτροπής, στους υπαλλήλους του τμήματος. Όταν απουσίαζε αυτός, παραλαμβάναμε και εμείς αιτήσεις.

Το 1997, έγινε διαχωρισμός της Α΄ ΔΟΥ και ένα τμήμα της χωρικής αρμοδιότητος που είχε, απεσπάσθη και δόθηκε στη νέα ΔΟΥ, τη ΔΟΥ Ιωνίας, στην οποία και μετατέθηκαν αρκετοί υπάλληλοι από το τμήμα ΦΠΑ. Τότε ο έφορος, εξέδωσε ημερήσια διαταγή και τοποθέτησε στο τμήμα ΦΠΑ προϊστάμενο τον Τσάκουρη Πρίαμο και υπαλλήλους τη Γρηγοριάδου Σοφία, την Παλιαλιά Αναστασία και εμένα. Στη διαταγή αυτή, όριζε ότι με τις επιστροφές ΦΠΑ θα ασχολούμαστε μόνο η Γρηγοριάδου Σοφία και εγώ, εκ επιστροφής. Θέση προϊσταμένου Τον Μάρτιο του 1998, μετατέθηκε ο προϊστάμενος του ΦΠΑ στη ΔΟΥ Νεάπολης Θεσ/νίκης και έτσι εμείς δεν είχαμε προϊστάμενο τμήματος μέχρι και τον Ιούλιο του 1998. Και οι τρεις υπάλληλοι, που υπηρετούσαμε μέχρι τότε στο ΦΠΑ, είχαμε υποβάλει αίτηση στο υπ. Οικονομικών για να γίνουμε προϊστάμενοι. Έτσι, από τις τρεις, έγινα εγώ προϊσταμένη, αλλά χωρίς κανέναν υπάλληλο. Μόλις οι συνάδελφοί μου έμαθαν την τοποθέτησή μου, ως προϊσταμένης, εγκατέλειψαν το τμήμα αυθημερόν, ζήτησαν να εργαστούν στο τμήμα ελέγχου, πράγμα που έγινε, και έτσι βρέθηκα ξαφνικά να πρέπει να κάνω την προϊσταμένη στον εαυτό μου και όλες τις δουλειές του τμήματος, το οποίο από τον κανονισμό της Υπηρεσίας απαιτούσε τουλάχιστον έξι υπαλλήλους. Το τμήμα παρελάμβανε 6.000 περίπου δηλώσεις ΦΠΑ και είχε 100-120 εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες έκαναν επιστροφή ΦΠΑ.

Ο φόρτος της δουλειάς ήταν πολύ μεγάλος, γι’ αυτό και επανειλημμένως ζήτησα από τον έφορο να τοποθετήσει προσωπικό και όλο μου υποσχόταν πως θα το τακτοποιήσει μόλις μπορέσει. Έτσι, μετά από μήνες, τοποθέτησε στο τμήμα ΦΠΑ δύο υπαλλήλους, τον Ξυλά Ευστράτιο και τη Ζουπίδου Μερσίνη, οι οποίοι δεν είχαν γνώσεις ΦΠΑ, αφού ο Ξυλάς ήταν υπάλληλος Δημοσίου Ταμείου και η Ζουπίδου ήταν νέα υπάλληλος, που εργάσθηκε λίγο χρόνο στο τμήμα αυτοκινήτων, ενώ πριν ήταν γραμματέας κάποιου βουλευτή. Το 2000, ο επόμενος έφορος, ο κ. Σουμελίδης, τοποθέτησε στο ΦΠΑ ακόμη μια υπάλληλο, τη Ζαμπάκου Παναγιώτα, που και αυτή δεν γνώριζε από ΦΠΑ. Επειδή, λοιπόν, οι υπάλληλοι που τοποθετήθηκαν στο τμήμα δεν γνώριζαν το αντικείμενο, οι δουλειές του τμήματος ήταν πολλές και ποικίλες, οι δε επιστροφές ΦΠΑ είχαν από τον νομό περιορισμένο χρόνο για να εκτελεσθούν (έναν μήνα από την υποβολή σχετικής αίτησης), κατ’ εντολή του εφόρου, κ. Βουργαζάκη, ανέλαβα εγώ τις επιστροφές ΦΠΑ και οι άλλοι δύο τις υπόλοιπες δουλειές του τμήματος, οι οποίες σημειωτέον ήταν πάρα πολλές, αφού το τμήμα ήταν χωρίς προϊστάμενο για αρκετό χρονικό διάστημα, και είχε μαζευτεί πολύ υλικό που έπρεπε να τακτοποιηθεί. Εξάλλου, από τον κανονισμό λειτουργίας των ΔΟΥ προβλέπεται να εκτελεί προϊστάμενος εργασίες άλλου υπαλλήλου του τμήματος, όταν το προσωπικό δεν επαρκεί ή δεν είναι ειδικευμένο. Ίδια διαδικασία Οι επιστροφές του ΦΠΑ γίνονταν από μένα, με τον τρόπο που όριζαν οι διαταγές του υπουργείου Οικονομικών, και ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που τις έκαναν και οι προηγούμενοι από μένα υπάλληλοι και προϊστάμενοι. Δηλαδή, συνέχισα να τηρώ όσα βιβλία τηρούσαν οι προηγούμενοι στο τμήμα και να παίρνω όλα τα δικαιολογητικά που έπαιρναν και αυτοί, και τα οποία όριζαν οι σχετικές διαταγές. Με κατηγορούν ότι παραλάμβανα αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ, χωρίς τα δικαιολογητικά και τις δηλώσεις ΦΠΑ. Αυτό δεν είναι αλήθεια, διότι όπως και με τον προηγούμενο προϊστάμενο, οι αιτήσεις υποβάλλονταν με όλα τα δικαιολογητικά, αλλά έφεραν αριθμό καταχώρησης στο πρωτόκολλο με παλιά ημερομηνία. Ο συνάδελφος που καταχωρούσε στο πρωτόκολλο από το 1995 που πήγα εγώ στην Α΄ ΔΟΥ Θεσ/νίκης, λεγόταν Μιχάλης Αγγελακίδης (νομίζω).

Όταν ρώτησαν γιατί κρατάει νούμερα, στο τέλος κάθε μήνα, μου είπε ότι ήταν σε γνώση του εφόρου γιατί ήθελαν να εξυπηρετούν τους φορολογουμένους. Πολύ αργότερα, βέβαια, κατάλαβα ότι ήταν λάθος μου να εξακολουθήσω τη διαδικασία αυτή που τηρούσαν μέχρι τότε. Ίσως γιατί, εάν κάποιος έπαιρνε αριθμό πρωτοκόλλου με παλιά ημερομηνία καταχώρησης, απλώς του έδινε το δικαίωμα να πάρει τα χρήματα κάποιες μέρες γρηγορότερα. Όταν ανέλαβα το τμήμα ΦΠΑ, δεν γνώριζα ούτε λογιστές, ούτε επιχειρηματίες, δεν γνώριζα τι γινόταν ώσπου κάποια μέρα, μετά από αρκετό καιρό, με κάλεσε στο γραφείο του ο έφορος, κ. Ευστράτιος Βουργαζάκης και μου είπε ότι, στο ΦΠΑ, θα φέρνουν κάποια χρήματα, γιατί δεν τους καθυστερούμε τις επιστροφές. Αυτά τα χρήματα εγώ έπρεπε να τα παίρνω, να του δίνω το ποσό και αυτός θα το μοιραζόταν με τον επόπτη ελέγχου, τον διευθυντή του Ταμείου, με τον επιθεωρητή, συνδικαλιστές και άλλους ανωτέρους και τα υπόλοιπα θα τα έδιναν στους υπαλλήλους του τμήματος ΦΠΑ. Βρέθηκα τότε σε δίλημμα γιατί έπρεπε να διαλέξω, ή να παραιτηθώ από την υπηρεσία, ή να κάνω ό,τι μου είπε. Εν τω μεταξύ, είχαν αρχίσει οι απειλές σε μένα και στην οικογένειά μου, διότι μέχρι εκείνη τη στιγμή καθυστερούσαν, όταν δεν είχα χρόνο, κάποιες επιστροφές και απειλούσαν και με τηλεφωνήματα ακόμη και πολιτικών προσώπων [...]». «Γιατί δέχτηκα να γίνω μέλος της αλυσίδας» «[...] Εδώ ήταν το μεγάλο μου λάθος. Δέχτηκα να γίνω ένας κρίκος της αλυσίδας, γιατί είχα ανάγκη να εργαστώ και δεν μπορούσα να παραιτηθώ. Πίστευα ότι, αφού η διαδικασία που τηρούσα ήταν όμοια με των προηγούμενων προϊσταμένων, και σύμφωνα με τις διατάξεις των ΦΠΑ δεν παρανομούσα, είχαν το δικαίωμα επιστροφής εφόσον πληρούσαν τις προϋποθέσεις του νόμου, και ότι τα χρήματα τα έδινα απλώς γιατί δεν καθυστερούσαμε τις επιστροφές. Την ίδια ακριβώς στάση κράτησαν και οι επόμενοι έφοροι, μετά τον κο Βουργαζάκη. Ο κος Ιωάννης Πεχλιβανίδης, που ήταν διευθυντής του Ταμείου, εφόρευε μέχρι να διοριστεί νέος έφορος. Ο ανωτέρω μάλιστα, μου ζητούσε επιτακτικά να κάνω επιστροφές ΦΠΑ και, όταν δεν υπήρχαν αιτήσεις, έδινε εντολή σε κάποιους ελεγκτές να ψάξουν στο αρχείο και να επιστρέψουν το 10% σε επιχειρήσεις που δεν το είχαν πάρει. Ο ανωτέρω ήταν διευθυντής Ταμείου και αυτός έδινε εντολή να πληρώνονται με μετρητά κάποιοι από τους δικαιούχους επιστροφής ΦΠΑ. Αυτός ήταν αρμόδιος για την εκτέλεση των ΑΦΕΚ, το τμήμα ΦΠΑ, παρέδιδε το σχετικό έγγραφο (ΤΑΦΕ στο χειρόγραφο σύστημα ή την Απόφαση Επιστροφής Εφόρου στο μηχανογραφημένο σύστημα), στο ταμείο και δεν γνώριζε αν κάποιος πήρε την επιστροφή φόρου, πότε την πήρε, ούτε με ποιον τρόπο (επιταγή ή μετρητά).

Όταν βγήκε στη σύνταξη ο κος Βουργαζάκης, τοποθετήθηκε ως έφορος ο κος Λάζαρος Σουμελίδης, ο οποίος συνέχισε ό,τι και ο προηγούμενος. Μου ζήτησε, δηλαδή, να του δίνω το 70% των χρημάτων που έφερναν στο ΦΠΑ, το οποίο και αυτός έλεγε ότι έδινε σε ανωτέρους και το υπόλοιπο 30% να το δίνω στους υπαλλήλους του τμήματος, πράγμα που έκανα, όπως και με τους προηγούμενους. Μετά τον κ. Σουμελίδη, ο επόμενος προϊστάμενος της Α΄ ΔΟΥ ήταν η κα Αντωνία Καρακουλάκη. Αυτή, όταν ήρθε, αρνήθηκε να υπογράψει τους φακέλους των επιστροφών που ήδη υπήρχαν στο γραφείο του εφόρου και τους υπέγραψε μετά από αρκετές μέρες, αφού ήρθε πρώτα σε επαφή με άλλους εφόρους, λογιστές και επιχειρηματίες. Όταν πήρε τις πληροφορίες που ήθελε, με κάλεσε στο γραφείο της και μου ζήτησε να της δίνω το ποσό των χρημάτων που θα μου έδιναν για το ΦΠΑ και επιπλέον μια κατάσταση των επιχειρήσεων αυτών για να γνωρίζει από πού ήταν, πιθανώς για να ελέγχει μήπως κρύβω κάτι. Η κα Καρακουλάκη υποστήριζε στις αίθουσες των δικαστηρίων ότι υπέγραψε επιστροφές ΦΠΑ την πρώτη μέρα που ανέλαβε, μη γνωρίζοντας και από το αντικείμενο. Αυτό δεν είναι αλήθεια, αλλά εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι μερικά ΑΦΕΚ είχαν ημερομηνία εκτέλεσης-επεξεργασίας την ημερομηνία που ανέλαβε υπηρεσία. Όπως είναι γνωστό, όμως, το Τμήμα ΦΠΑ επεξεργάζεται τον φάκελο, συντάσσει την απόφαση των εφόρων και το ΑΦΕΚ εκτυπώνεται από το τμήμα Εσόδων (ταμείο). Από το σύστημα TAXIS τίθεται αυτόματα η ημερομηνία την ημέρα της καταχώρησης-επεξεργασίας. Όταν υπογράφει ο έφορος, δεν αλλάζει με το χέρι την ημερομηνία αυτή, όπως δεν την άλλαξε και η κα Καρακουλάκη, η οποία υπέγραψε πολύ αργότερα.

Επίσης, ισχυρίσθηκε ότι ήταν η μόνη που έκανε ελέγχους στις επιχειρήσεις που πήραν επιστροφές. Αυτό είναι λάθος, γιατί έβαλε εντολές ελέγχου σε κάποιες επιχειρήσεις όταν ακούστηκε ότι έγιναν παράνομες επιστροφές ΦΠΑ και μου ζήτησε και της έδωσα κατάσταση των επιχειρήσεων που πήραν επιστροφή ΦΠΑ, και από αυτές διάλεξε κάποιες και έστειλε για έλεγχο. Επίσης, ισχυρίσθηκε ότι θεώρησε ειδικά απαλλακτικά δελτία ΦΠΑ. Πώς τα βρήκε και πώς το επέβαλε αυτό, αφού ισχυρίζεται ότι δεν ξέρει ούτε τους λογιστές, ούτε τους επιχειρηματίες. Αν κάνετε έλεγχο, στο αρχείο της Α΄ ΔΟΥ Θεσ/νίκης θα διαπιστώσετε ότι πάντα θεωρούσαμε ειδικά απαλλακτικά δελτία ΦΠΑ και είχαμε και ειδικό βιβλίο καταχώρησης (στο χειρόγραφο σύστημα) και αργότερα στο TAXIS καταχωρούνταν μηχανογραφικά. Στο τέλος του 2000, επειδή διαμαρτυρόταν το Ταμείο ότι είχε πολύ δουλειά, στο τέλος κάθε μήνα, αλλά και το τμήμα του ΦΠΑ είχε πολύ φόρτο εργασίας, πίεσα λίγο τους επιχειρηματίες και αρνήθηκα να πάρω αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ, αν δεν υπέβαλλαν και δικαιολογητικά για να θεωρήσουν ειδικά απαλλακτικά δελτία. Αυτή είναι η αλήθεια για το ότι θεωρήθηκαν κάποια απαλλακτικά δελτία περισσότερα. Τέλος, ενώ για μένα δόθηκε εντολή για έλεγχο του πόθεν έσχες και έγινε σε λίγους μήνες, και μάλιστα ελαφρά την καρδία, δεν έλαβε ο αρμόδιος επιθεωρητής υπόψη του τα δικαιολογητικά που υπήρχαν για τα ποσά που βρέθηκαν για την κα Καρακουλάκη και ο έλεγχος αυτός άργησε προκλητικά. Η αρμόδια επιθεωρήτρια, που είχε εντολή για τον έλεγχο της περιουσιακής της κατάστασης, η κα Μαυρογιώργη, που είναι σήμερα και η μόνιμη ειδική μάρτυρας κατηγορίας στα δικαστήρια, έκανε δύο (2) χρόνια για να τελειώσει τον έλεγχο και να καταλήξει ότι δεν βρήκε περιουσιακά στοιχεία [...]». «Η αμοιβή για να δώσουμε επιστροφή ΦΠΑ ήταν 30%» Στη συνέχεια του υπομνήματός της η Γεωργία Γεωργιάδου – Κάπρη γίνεται ιδιαίτερα αποκαλυπτική: «H διαδικασία που τηρούσαμε για την επιστροφή ΦΠΑ ήταν νόμιμη και σύντομη, γιατί με τον ίδιο τρόπο γίνονταν σ’ όλες τις Εφορίες, γιατί έτσι γινόταν και από όλους τους προηγούμενους προϊσταμένους και υπαλλήλους του ΦΠΑ, αλλά και το κυριότερο δεν ήρθε ποτέ ο αρμόδιος επιθεωρητής να κάνει έστω και μία παρατήρηση σχετικά με το πώς γινόταν ή έπρεπε να γίνεται η επιστροφή ΦΠΑ. Ποτέ δεν έγινε κανένας σχετικός έλεγχος, ούτε από τον κ. Ζαχαρία Ζαχαριά, ούτε από τον κ. Πασχάλη Τότσικα, που ήταν οι αρμόδιοι επιθεωρητές από το 1995 έως και το 2001. Πίστευα ότι οι επιχειρήσεις που έπαιρνα επιστροφή ΦΠΑ ήταν νόμιμες και υπαρκτές, για όλους τους λόγους που σας ανέφερα, ώσπου ξαφνικά, κατά το τέλος του 2000, ακούστηκε ότι ανακαλύφθηκε κύκλωμα παράνομων επιστροφών ΦΠΑ. Έγινε έγγραφη καταγγελία στο ΣΔΟΕ, από έναν υπάλληλο ΔΟΥ Μουδανίων, του Περικλή Στυλιάδη, για κάποια βιοτεχνία ενδυμάτων, Ταγκαλίδη Παναγιώτη. Η επιχείρηση αυτή είχε ζητήσει επιστροφή ΦΠΑ περίπου 94.000.000 δρχ. και ο Στυλιάδης ζήτησε αμοιβή 50.000.100.

Ο επιχειρηματίας αρνήθηκε και, μετά από έντονη διαμάχη που είχαν, έκανε έγγραφη καταγγελία στο ΣΔΟΕ, για να προλάβει οποιαδήποτε ενέργεια του επιχειρηματία. Ο ίδιος υπάλληλος είχε δώσει επιστροφή ΦΠΑ στην επιχείρηση αυτή, τα προηγούμενα χρόνια, από το 1998 έως το 2000 με αμοιβή γύρω στο 30% και παρ’ όλα αυτά ο υπάλληλος αυτός δεν τιμωρήθηκε υπηρεσιακά, αλλά αντιθέτως μετατέθηκε σε ΔΟΥ Θεσ/νίκης, ως προϊστάμενος τμήματος. Τ’ ανωτέρω μου τα επιβεβαίωσε ο ίδιος ο επιχειρηματίας, Ταγκαλίδης Παναγιώτης, όταν τον είδα για πρώτη φορά σε κρατητήρια δικαστηρίων. Ατιμωρησία Θέλω να αναφέρω και μια υπόθεση της Α΄ ΔΟΥ Θεσ/νίκης, ΝΙΜΚΟ ΦΑΣΙΟΝ ΜΟΝ ΕΠΕ, η οποία πήρε επιστροφή ΦΠΑ από 5-11-97 έως 22-12-98. Όταν έγινε η πρώτη επιστροφή, εγώ δεν ήμουνα προϊσταμένη του ΦΠΑ, αλλά απλή υπάλληλος. Για τις επιστροφές 90% που πήρε για τη χρήση 1997 έγινε τακτικός έλεγχος και έκθεση ελέγχου, με ημερομηνία 9-7-98, με εντολή Εφόρου, κ. Βουργαζάκη, και υπεγράφη και από τον επόπτη ελέγχου Γεωργίου Ουζουνίδη, από τον ελεγκτή, Βασίλειο Χατζηαποστόλου. Βάσει αυτού του ελέγχου που έκρινε ότι η επιχείρηση ήταν κανονική και ορθώς έγινε επιστροφή του 90% έδωσε ο ίδιος το υπόλοιπο 10%. Ο ανωτέρω ελεγκτής έγινε αργότερα επόπτης ελέγχου. Αυτός ο υπάλληλος δεν διώχθηκε υπηρεσιακώς από το Πειθαρχικό Συμβούλιο, όπως και ο Γεώργιος Ουζουνίδης, ενώ εγώ τιμωρήθηκα με οριστική απόλυση, χωρίς να έχω τη δυνατότητα να μεταβώ και να υπερασπισθώ τον εαυτό μου γιατί ήμουνα ήδη στη φυλακή. Επίσης και η άλλη υπάλληλος του ΦΠΑ, η Γρηγοριάδη Σοφία που έκανε και αυτή επιστροφή 90% στην ίδια επιχείρηση όπως εγώ, τιμωρήθηκε με τρίμηνη αργία

Ο κος Χατζηαποστόλου Βασίλειος παρ’ όλα αυτά, που στη σχετική δικογραφία αναφέρεται ως συγκατηγορούμενός μου, δεν φέρεται ως κατηγορούμενος και δεν διώκεται. Εμένα μου καταλόγισε ευθύνες ακόμη και για αυτά που ήμουνα απλή υπάλληλος με άλλο προϊστάμενο του ΦΠΑ, ενώ όλους τους υπαλλήλους του ΦΠΑ ή τους αθωώνουν στα δικαστήρια ή τους επιβάλλουν μικρές ποινές και με ανασταλτικό Εφετείο. Μερικές από αυτές τις υποθέσεις είναι: - Μακρόπουλος Θεόφιλος. Έλαβε επιστροφές από 9/10/97 έως 9/9/98. Εγώ έγινα προϊσταμένη τον Ιούλιο. - Γενικές εξαγωγές. Έλαβε επιστροφές από 11/9/96-31/12/98. - ΕΥΡΩTEXTIL ΕΠΕ - ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ ΕΞΑΓΩΓΕΣ - ADAMS ΕΠΕ Κασαπίδης Παρασκευάς Μον. ΕΠΕ. - Χριστοδουλίδου Σταματία Όπως ήδη έχω αναφέρει, τα χρήματα που δίνονταν στο τμήμα από τις επιχειρήσεις, μοιράζονταν στον εκάστοτε έφορο, επόπτη ελέγχου, τον προϊστάμενο του Ταμείου, σ’ όλους τους υπαλλήλους του Τμήματος (τον Ξυλά, τη Ζουπίδου και τη Ζαμπάνου και τη Γρηγοριάδου). Επίσης, έλεγαν οι έφοροι ότι κάποια ποσά έδιναν και στους επιθεωρητές, τους συνδικαλιστές και σε ανωτέρους. Εγώ με τα μάτια μου δεν είδα πού έδιναν οι έφοροι τα χρήματα, ούτε μπορώ να ξέρω τον λόγο των συχνών επισκέψεων στην Εφορία αυτών που προανέφερα. Μ’ όλα αυτά δεν αποποιούμαι των ευθυνών μου στον βαθμό που μου αναλογούν, διότι δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος που να πιστεύει όσα ισχυρίζονται οι έφοροι στα δικαστήρια. Πώς θα μπορούσα να πετύχω κάτι τέτοιο και να μη τ’ αντιληφθούν οι προϊστάμενοι (έφοροι), οι οποίοι ήταν πάρα πολύ καλοί υπάλληλοι, έμπειροι, όπως καταθέτουν οι φίλοι τους εφοριακοί στα δικαστήρια; Ήταν τόσο έξυπνοι, έμπειροι και καλοί υπάλληλοι που με μία ματιά μπορούσαν να διακρίνουν τα τυχόν λάθη, κάθε φακέλου.

Καμία ενημέρωση Τέλος θέλω να επισημάνω την αδιαφορία του ΣΔΟΕ, όταν έγινε η έγγραφη καταγγελία από τον Περικλή Στυλιάδη και δεν έκαναν καμία ενέργεια να ειδοποιήσουν τους αρμόδιους εφόρους, γιατί τότε θα είχαν σταματήσει να δημιουργούνται καινούργιες επιχειρήσεις. Μεγάλη ευθύνη έχει και η Στατιστική Υπηρεσία του υπ. Οικονομικών, ότι υποβάλαμε κάθε μήνα, δηλώσεις Intastad και κάθε τρεις μήνες ανακεφαλαιωτικούς πίνακες αγορών και πωλήσεων. Στους πίνακες αυτούς υπήρχαν πλήρη στοιχεία, το ΑΦΜ της επιχ/σης, που παραλάμβανε τα εμπορεύματα, την ποσότητα, την αξία των συναλλαγών και είχε τη δυνατότητα να κάνει διασταυρωτικούς ελέγχους, όπως είχαν υποχρέωση, και έτσι θα έβρισκαν από την αρχή, αν ήταν ή όχι εικονικές οι συναλλαγές, με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντί για τέτοιους ελέγχους, όμως, το μόνο που έστελναν ήταν μία κατάσταση με παρατηρήσεις, όπως αν κάποιες επιχειρήσεις δεν ήταν γραμμένες στο VIES, αν δεν ήταν γραμμένες στη ΔΟΥ που δήλωναν και τίποτε άλλο. Εκτός όμως από τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, επιστροφή ΦΠΑ έπαιρναν και αγρότες είτε ως μεμονωμένα άτομα είτε μέσω των αγροτικών συνεταιρισμών.

Όταν οι αιτήσεις υποβάλλονται μέσω συνεταιρισμού, ο νόμος ορίζει να μην υποβάλλονται τα δικαιολογητικά, αλλά να τηρούνται στον συνεταιρισμό και να γίνονται τακτικοί έλεγχοι. Αν συμφωνεί το σύνολο της κατάστασης με το σύνολο των αιτήσεων, τον υποθάλπουν. Ποτέ δεν έγινε κανένας έλεγχος […]». «Με στεγαστικό το σπίτι μου…» Κλείνοντας, η Γεωργία Γεωργιάδου – Κάπρη αναφέρει: «Για τον λόγο αυτόν βρίσκομαι εγώ στη φυλακή, εδώ και επτά χρόνια, ενώ οι μεγάλοι, αλλά και οι μικροί, είναι ελεύθεροι, με εγγυήσεις. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν το μοναδικό μου περιουσιακό στοιχείο, ένα σπίτι που έχω ως Α΄ κατοικία, το έβγαλαν σε πλειστηριασμό και το οποίο σημειωτέον έχω αγοράσει με στεγαστικό δάνειο, εδώ και τριάντα χρόνια».

Του ΓΙΑΝΝΗ ΝΤΑΣΚΑ

Πηγή: www.paraskhnio.gr