«Σε ποιον ανήκει ο κόσμος;», ήταν το κεντρικό ερώτημα, που επανήλθε πολλές φορές, στην ομιλία του διεθνούς κύρους, Αμερικανού γλωσσολόγου και πολιτικού διανοητή, Νόαμ Τσόμσκι, σε εκδήλωση του Κέντρου Λαϊκής Οικονομίας ,στο πανεπιστήμιο ΜΙΤ της Μασαχουσέτης, στο οποίο και διδάσκει.
Στην τελική ευθεία για τις αμερικανικές εκλογές, ο Τσόμσκι επιχείρησε να ‘’αγγίξει’’ μια θεματολογία που, ακροθιγώς μόνο έχει περιληφθεί στις προεκλογικές ομιλίες των υποψηφίων για την προεδρία της Αμερικής, τόσο από τη μεριά των Δημοκρατικών και τον νυν πρόεδρο, Μπάρακ Ομπάμα, όσο και από τη μεριά των Ρεπουμπλικάνων και τον υποψήφιό τους Μιτ Ρόμνεϊ.
Ο Αμερικανός γλωσσολόγος, αναφέρθηκε στην κατάσταση που επικρατεί στην Κίνα αλλά και στην Αραβική Άνοιξη, μίλησε για την υπερθέρμανση του πλανήτη και την πυρηνική απειλή του Ιράν από το Ισραήλ, ενώ δεν παρέλειψε να χαρακτηρίσει την πυραυλική κρίση στη Κούβα, τέτοιες μέρες 50 χρόνια πριν, ως «την πιο επικίνδυνη στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας».
Αρχίζοντας την ομιλία του αναφερόμενος σε μία άλλη ιστορική μορφή της παγκόσμιας κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής διανόησης, τον Άνταμ Σμιθ, στα χρόνια του οποίου, η Βρετανία, από την οποία καταγόταν, ήταν η υπερδύναμη της εποχής, υπενθύμισε πώς έγινε η σταδιακή μετάβαση στην κραταιή Αμερική από το 1945 και ύστερα, δημιουργώντας τη πιο εύρωστη και ισχυρή κοινωνία στη παγκόσμια ιστορία.
Τότε, στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ βρέθηκαν με μια ανυπολόγιστη εξουσία, έχοντας τετραπλασιάσει τη βιομηχανική τους παραγωγή την ίδια στιγμή που οι βασικοί τους οικονομικοί αντίπαλοι ήταν σχεδόν εξοντωμένοι.
Το όραμα του Ρούσβελτ, για μια μεταπολεμική Αμερική κυριαρχούσα στα κομβικά σημεία της παγκόσμιας διακυβέρνησης, από το λεγόμενο Δυτικό Ημισφαίριο, την Άπω Ανατολή και την πρώην Βρετανική Αυτοκρατορία μέχρι την Ευρασία και τα βιομηχανικά και εμπορικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης, ήταν περισσότερο εφικτό από ποτέ.
Ο Τσόμσκι, αναφέρθηκε φυσικά στη σημερινή φθίνουσα πορεία της αμερικανικής κυριαρχίας, τονίζοντας την μετατόπιση του κέντρου βάρους στην Κίνα και την Ινδία, οι οποίες κατ’αυτόν είναι οι υπερδυνάμεις του μέλλοντος.
Επρόκειτο ίσως για κάτι που διαφαινόταν από πολύ νωρίτερα, γύρω στο 1950, όταν οι ΗΠΑ ανήσυχες για την πιθανή απώλεια της κυριαρχίας τους στη Νοτιανατολική Ασία, προέβησαν σε σειρά μετα-πολεμικών διενέξεων, θηριώδους έντασης και έκτασης, στην Ινδοκίνα και αλλού. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του πραξικοπήματος του Σουχάρτο, στην Ινδονησία, που κόστισε τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, στην πλειονότητά τους, ακτήμονες αγρότες.
Όλη αυτή η αντίληψη των ΗΠΑ περί του ηγεμονικού τους ρόλου σε παγκόσμια κλίμακα, διαφαίνεται σύμφωνα με τον Τσόμσκι, ακριβώς σε αυτή τους την προσπάθεια να μην ‘’χάσουν’’ καμία από τις ‘’κατεκτημένες ηγεμονίες τους’’ καθώς δεν είναι φυσικά δυνατόν να χάσεις κάτι που δεν θεωρείς ότι σου ανήκει.
Για την Αραβική Άνοιξη
Επιστρέφοντας ξανά στη δεκαετία του 1940, όταν το State Department διείδε την τεράστια σημασία των ενεργειακών πόρων της Μέσης Ανατολής ως «ένα από τα μεγαλύτερα υλικά έπαθλα στην παγκόσμια ιστορία» ο Τσόμσκι κατέληξε πως ο έλεγχος αυτών των πόρων ισοδυναμούσε τότε με τον έλεγχο ολόκληρου του κόσμου.
Μέχρι στιγμής η απειλή της Αραβικής Άνοιξης είναι ακόμα συγκρατημένη, με τις δικτατορίες του πετρελαίου, εκ των ων ουκ άνευ για τη Δύση, να έχουν συνθλιβεί στις όποιες προσπάθειές τους να ενταχθούν σ’αυτή.
Στο παράδειγμα της Σαουδικής Αραβίας, οι αντιδράσεις ήταν τόσο ακραίες, ώστε η υπέρμετρη ύπαρξη της ασφάλειας στους δρόμους κρατάει μέχρι και σήμερα τους περισσότερους ανθρώπους κλεισμένους στα σπίτια τους. Το Μπαχρέιν φαίνεται να έχει ήδη συνθλιβεί, και η κατάσταση στην ανατολική Σαουδική Αραβία ήταν μακράν χειρότερη.
Αυτό που επετεύχθη ήταν η προάσπιση της Δημοκρατίας στα πιο κομβικά σημεία χωρίς να σημαίνει βέβαια αυτό ότι οι κίνδυνοι έχουν εκλείψει παντελώς.
Για την καταστροφή του περιβάλλοντος
Με ιδιαίτερη προσοχή, στάθηκε ο Τσόμσκι στην ομιλία του, στο περιβαλλοντικό ζήτημα που έχει παραγκωνιστεί σχεδόν από τις προεκλογικές ομιλίες των υποψηφίων για την προεδρία της Αμερικής.
Αναφερόμενος σε πρόσφατο δημοσίευμα των Times της Νέας Υόρκης σχετικά με το λιώσιμο των πάγων, τόνισε πως αυτό για το φετινό καλοκαίρι εξελίχθηκε με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς από τους προβλεπόμενους. Το αποτέλεσμα είναι οι πάγοι που αναμένονταν να έχουν λιώσουν μέχρι το 2050 να λιώσουν ίσως και τριάντα χρόνια νωρίτερα, δηλαδή το 2020.
Στην έκθεση των Times γίνεται γνωστό πως οι κυβερνήσεις όχι μόνο δεν σιγοντάρουν εμπράκτως την άμβλυνση του φαινομένου της καταστροφής του περιβάλλοντος, αλλά αντίθετα, με αποφάσεις, όπως η πρόσφατη για την εφαρμογή του σχεδίου εξόρυξης πετρελαίου στην Αρκτική, οξύνουν το πρόβλημα των εκπομπών του θερμοκηπίου.
Όπως σχολιάζει ο ομιλητής, η προθυμία των κυβερνήσεων να θυσιάσουν τις επερχόμενες γενιές στο βωμό του βραχυπρόθεσμου κέρδους είναι ανεξήγητη και ισοδυναμεί με εθελοτυφλία απέναντι σε ένα όντως υπαρκτό και οξυμμένο πρόβλημα για το σύνολο της ανθρωπότητας.
Επικαλούμενος τον Αμερικανό βιολόγο Ernst Mayr, ο Τσόμσκι υποστήριξε πως μπορεί τελικά αυτή ακριβώς η νοημοσύνη του ανθρώπου, έναντι των άλλων ειδών, να είναι και η τροχοπέδη της ύπαρξης του, καθώς στην ιστορία της εξέλιξης των ειδών τα πιο ‘’ανθεκτικά’’ είδη είναι είτε τα ταχέως μεταλλασσόμενα, όπως τα βακτήρια, είτε τα πλέον σταθερά όπως τα σκαθάρια.
Ανεβαίνοντας ,ωστόσο, τη κλίμακα της νοημοσύνης και προχωρώντας στα θηλαστικά διακρίνει κανείς μια μειωμένη εξελικτική επιτυχία, γεγονός που συνηγορεί υπέρ της άποψης πως μάλλον εμείς ,ως είδος, θα είμαστε και η αιτία για το τέλος του υπόλοιπου κόσμου, αν βέβαια το θελήσουμε!
Επί του πρακτέου, όπως αναφέρει ο Τσόμσκι, οι μεν Ρεπουμπλικάνοι ζητούν την παύση της χρηματοδότησης της επιστήμης του κλίματος, ενώ οι Δημοκρατικοί αναγνωρίζουν το πρόβλημα και ζητούν, αβρόχοις ποσί, τον περιορισμό των εκπομπών αερίων σε αντιστάθμισμα με την χρησιμοποίηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Το μόνο βέβαιο, είναι πως ο κόσμος σε εκατό περίπου χρόνια, δε θα είναι σε καμιά περίπτωση αυτός που ξέρουμε σήμερα.
Πυρηνικά όπλα
Στη συνέχεια, ιδιαίτερη μνεία έγινε στη συζήτηση στο φλέγον θέμα των πυρηνικών και την κατάσταση που επικρατεί εξαιτίας αυτών, στη Μέση Ανατολή και κυρίως στο Ιράν. Η Δύση πιστεύει πως μία πρόσβαση του Ιράν στα πυρηνικά θα είναι εξαιρετικά επισφαλής για την παγκόσμια ασφάλεια.
Όπως αναφέρθηκε, τώρα που η Μέση Ανατολή είναι ένα καζάνι που βράζει, ένας τυχόν εξοπλισμός μιας χώρας με πυρηνικά, μπορεί να οδηγήσει και άλλη κράτη στην ίδια τακτική.
Τέλος ο Τσόμσκι, δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει τον, επικείμενο, εορτασμό της 50ης επετείου της «πιο επικίνδυνης στιγμής στην ιστορία της ανθρωπότητας», όπως την χαρακτήρισε ο ιστορικός και σύμβουλος του Κένεντι, Άρθρουρ Σλέζινγκερ. Πρόκειται για την κρίση πυραύλων τον Οκτώβριο του 1962 κατά την οποία ο Κένεντι σήμανε συναγερμό επικινδυνότητας δευτέρου βαθμού, λίγο πριν την επιστράτευση όπλων.
Στην κορύφωση της κρίσης των πυραύλων ο Κένεντι είχε εκτιμήσει τις πιθανότητες ενός πυρηνικού πολέμου στο 50%, γεγονός που αν συνέβαινε θα κατέστρεφε ολόκληρο το Βόρειο Ημισφαίριο. Ο πρόεδρος Έιζενχαουερ είχε προειδοποιήσει για αυτό και ,υπό αυτή την απειλή, ο Κένεντι αρνήθηκε να συμφωνήσει δημόσια στο τερματισμό της κρίσης, με ταυτόχρονη απόσυρση των ρωσικών πυραύλων από την Κούβα και των Αμερικανικών από την Τουρκία, οι οποίοι ήταν ούτως ή άλλως παρωχημένοι και είχαν αντικατασταθεί από υποβρύχια τύπου Polaris.
Μπορεί τελικά το 1962 ο Κρούσεβ να υποχώρησε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι θα ακολουθούν πάντα αυτή τη λογική, και με τέτοιες πρακτικές το μέλλον αναμένεται μάλλον δυσοίωνο.