Το Σάββατο το βράδυ, λίγο μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα μεταξύ του Παναθηναϊκού και του Εργοτέλη, η Αστυνομία ακινητοποίησε όχημα οπαδών και προχώρησε στη σύλληψή τους, λόγω του ότι νωρίτερα είχαν αναρτήσει πανό που έγραφε: «Πολίτικοι λαμόγια - βουλή των βολεμένων, θα σας πνίξει η οργή των εξεγερμένων».
Απο το Ποντίκι
Τι είδους εντολές εκτελούσε η Αστυνομία και σε τι χρησιμεύουν πρακτικές… καρμπόν άλλων εποχών; Ποιός προσπαθεί να μας πείσει ότι θίγεται η Δημοκρατία μας, όταν οι ίδιοι οι βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων είχαν μεταλλαχθεί σε «χειροκροτητές οπαδούς», που επί δεκαετίες παρέλασαν με ζηλευτή συχνότητα από τις αγωνιστικές αρένες; Κανείς τους, ποτέ, δεν επέδειξε την ίδια ευαισθησία ή παρόμοια απέχθεια στα υβριστικά συνθήματα της εξέδρας κι αυτό γιατί άλλοτε μετρούσαν τα «κουκιά» και άλλοτε τα «ψηφαλάκια».
Που είναι η απαραίτητη νηφαλιότητα από πλευράς κράτους και τι προσπαθεί να πετύχει η πολιτική ηγεσία με τέτοιες ενέργειες; Δεν έχουν καταλάβει ότι οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας δεν περιορίζονται στα όσα βλέπουν – αν βλέπουν - από τα παράθυρα της Βουλής; Έχουν την εντύπωση πως παραέξω όλα βαίνουν καλώς ή μήπως επιθυμούν να φιλοτεχνήσουν την εικόνα μιας εύρυθμης κοινωνίας; Κι αν ναι, σε ποιους;
Περιόρισαν τη Δημοκρατία μας στο «πρωτόκολλο». Δε τους ενδιαφέρει αν υπάρχουν «λαμόγια πολιτικοί», αρκεί να μη το δουν γραμμένο στο πανί. Δεν τους τρομάζει η κακοποίηση της Δημοκρατίας από τη συστηματική παράκαμψη – αμφισβήτηση του Συντάγματος, παρόλα αυτά, εξακολουθούν να τρομάζουν στο άκουσμα της λέξης «ομερτά» ή στη θέα μιας φραντζόλας ψωμί εντός κοινοβουλίου. Ψηφίζουν με δήθεν «συνειδησιακό πρόβλημα» το ένα μέτρο πίσω από το άλλο, μα δεν προσβάλλεται το θυμικό τους από το θάνατο ενός διαδηλωτή και των τραυματισμό δεκάδων άλλων.
Και εμείς συνηθίζουμε σιγά - σιγά στην ύπαρξη μιας περικυκλωμένης Βουλής από τις Δυνάμεις καταστολής. Συνηθίζουμε με τους εαυτούς μας στο περιθώριο. Ξεκλέβουμε χρόνο απ’ τα χαράτσια όχι για να ζήσουμε, μα για να ζητιανέψουμε δουλειά. Ψάχνουμε που, πως κι αν θα πρέπει να στήσουμε αντιστάσεις, την ίδια ώρα που το «μέσα μας» ακροβατεί ανάμεσα στην πρότερη κανονικότητα και στο τωρινό «status quo» έκτακτης ανάγκης.
Σε «ετοιμόρροπη» κατάσταση και χωρίς εναλλακτική – τουλάχιστον ως τώρα – δεχόμαστε συνεχώς πιέσεις για να επιλέξουμε στρατόπεδο: με τους απεργούς ή με τα σκουπίδια, με τα πόδια ή με τα ταξί, «δεν πληρώνω» ή δεν θα πάρουμε τη δόση.
Κι όλα αυτά, για να μη γελιόμαστε, αποκρυσταλλώνονται σε ένα πολύ συγκεκριμένο ευρύτερο δίλημμα αφού το «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ» μας τελείωσε. Να υπερασπιστούμε το φαύλο - μα γνώριμο «χθες» και τις απώλειες που κουβαλά μαζί του ή να βαδίσουμε σε ένα ανεξερεύνητο μέλλον, που δε ξέρουμε τι ευχάριστα και τι δυσάρεστα μας επιφυλάσσει;
Κώστας Μερκουράκης
ΠΗΓΗ ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ