Θυμάστε όταν ακούσαμε για πρώτη φορά περί "επιλεκτικής χρεοκοπίας". Οι περισσότεροι δεν ξέραμε τι είναι. Ακούγαμε λοιπόν ένα σωρό αναλύσεις σχετικές με το θέμα. Δεν είμαστε οικονομολόγοι. Κι οι περισσότεροι έχω την εντύπωση πως δεν έχουμε καμιά απολύτως διάθεση να γίνουμε. Η ουσία ήταν να μην χρησιμοποιείται ξερά η λέξη χρεοκοπία. Γιατί όλος ο εκβιασμός που φάγαμε στη μούρη τα τρία τελευταία χρόνια ήταν ακριβώς αυτός ο εκφοβισμός. Μη τυχόν και χρεοκοπήσουμε..
Μετά από όλα όσα έχουν συμβεί μέχρι τώρα, εμείς ο απλός κόσμος, καταλάβαμε επί τέλους τι σημαίνει στην ουσία επιλεκτική χρεοκοπία. Με μπακαλίστικους όρους. Απλά. Είναι ακριβώς το ίδιο όπως όταν λέμε επιλεκτική κώφωση ή επιλεκτική τύφλωση. Κι η φράση κλειδί τελικά από όλα τα πολύπλοκα που έχουν ειπωθεί ήταν μία. "Το να χρεοκοπήσουν οι Έλληνες δεν σημαίνει πως θα χρεοκοπήσει κι η Ελλάδα". Γιατί η Ελλάδα βαδίζει σε δύο ταχύτητες όπου οι αγαπητοί μας politicus erectus μπορούν να σχεδιάζουν το μέλλον σε δυο ταμπλό. Την Ελλάδα που διασώθηκε και τους Έλληνες που χρεοκόπησαν.
Σουρεάλ? Καθόλου. Όλα γίνονται σε ένα τόπο που ο πολιτικό-οικονομικο-κοινωνικό σουρεαλισμός έχει γίνει τέχνη πλέον. Θα χρεοκοπούσαμε και θα γινόταν στάση πληρωμών. Στην επιλεκτική χρεοκοπία ευτυχώς μόνο μερικοί τυχάρπαστοι ενάμιση εκατομμύριο περίπου, βρέθηκαν χωρίς δουλειά - άρα πληρωμή γιοκ, μερικές άλλες εκατοντάδες χιλιάδες δουλεύουν με χαρτζιλίκι - πάρε κι εσύ δυο κατοστάρικα ανασφάλιστος να πιεις ένα καφέ στην υγειά μας.
Θα χρεοκοπούσαμε και δεν θα είχαμε φάρμακα. Στην επιλεκτική χρεοκοπία απλά δεν έχουν φάρμακα πάλι μερικές εκατοντάδες χιλιάδες τυχάρπαστων που πεθαίνουν αβοήθητοι βιώνοντας μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση για τα δεδομένα κράτους της δύσης.
Θα χρεοκοπούσαμε και τι θα κάναμε μετά με την οικονομία μας. Με τις αγορές. Με τους κινδύνους που θα τύλιγαν τη χώρα μας εφιαλτικά. Τώρα τη πουλάμε μισοτιμής και δεν έχουμε να σκεφτόμαστε και πολλά. Όταν κάποιος είναι ανίκανος να διαχειριστεί το σπίτι του το πουλάει κοψοχρονιά και το ξεφορτώνεται.
Όταν λοιπόν μας έλεγαν περί διάσωσης, θα ήταν σωστότερο να διευκρινίζαμε πως διασώθηκαν οι ίδιοι κι οι κολλητοί τους. Αλλά τότε δεν θα είχαν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες αποκοιμισμένους και τρομοκρατημένους που θα έριχναν το χαρτάκι στα κουτάκια με το όνομά τους για να συνεχίσουν να ψεύδονται ασύστολα. Παράταση ζωής σ΄αυτή τη ξεφτίλα εμείς δώσαμε. Οι ίδιοι που πίστεψαν το λεφτά υπάρχουν ήταν έτοιμοι να πιστέψουν το λεφτά δεν υπάρχουν και χανόμαστε. Οι ίδιοι αύριο μπορεί πάλι να πιστέψουν πως μετά τις επόμενες εκλογές οι ίδιοι που είπαν και τα δυο παραπάνω θα πουν "τώρα είναι η ώρα να κάνουμε ένα βήμα μπροστά"
Γιατί στην μνημονιακή Ελλάδα, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας όμως μέσα δεν έμεινε η ελπίδα ή κάτι άλλο άξιο λόγου. Το μόνο πράγμα που έμεινε είναι η ανοησία. Ο χρεοκοπημένος λαός έχει πάρει τη μορφή της κακοποιημένης γυναίκας που δεν μπορεί να απαλλαγεί από τον βάναυσο σύζυγο γιατί πιστεύει πως κατά βάθος την αγαπάει πάρα το κλωτσομπουνίδι που τρώει κάθε μέρα. Γιατί πιστεύει πως αν χωρίσει που θα πάει θα βρεθεί μόνη στους δρόμους χωρίς να έχει στέγη πουθενά. Γιατί πιστεύει πως κατά βάθος άντρας είναι ρίχνει κι ένα μπερντάκι ξύλο δεν είναι και πρωτοφανές!
Ο λαός λοιπόν ζει ακόμα κάτω από το φόβητρο της χρεοκοπίας,...χρεοκοπημένος. Κάθεται ήσυχος γιατί νοιώθει ένοχος όπως ακριβώς νοιώθει ένοχη η γυναίκα που ανέχεται να τη βαράνε και να την ξεφτυλίζουν γιατί "κάπου έφταιξε" Κι ενώ είναι εκατοντάδες οι γυναίκες που κατορθώνουν να ξεφύγουν από τον εφιάλτη και να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους με θάρρος, δύναμη ακόμα κι αν αντιμετωπίσουν τα πιο μεγάλα βάσανα, ο λαός μας δεν μπορεί να το κάνει γιατί περιμένει το σωτήρα. Για να ξεφύγει από ένα βάναυσο, τύραννο σύζυγο θέλει να βρει ήδη τον επόμενο νταβατζή που θα τον περιθάλψει και θ΄αρχίσει να του ρίχνει φάπες.
Θα μου πείτε και τι να κάνουμε? Να βγουμε έξω σαν τους τρελούς και να φωνάζουμε? Είναι όντως πολύ δύσκολο να απαντήσει κανείς σ΄αυτό το ερώτημα. Γιατί όταν κάποιος φτάσει στο σημείο να του λένε πάρε τρία κατοστάρικα και δούλευε, και το δέχεται κάνοντας το σκατό του παξιμάδι, υπομένοντας απίστευτες στερήσεις αλλά πάει στη δουλειά, όταν κάποιος δεν έχει φάρμακα και κινδυνεύει ο ίδιος, το παιδί ή ο πατέρας του αλλά σιωπηλά, όταν κάποιος εκβιάζεται συνεχώς από τράπεζες, εφορίες ή ότι άλλο και στερεί το φαί από τα παιδιά του για να δώσει τη δόση για να διασώσει το γκρεμισμένο του σπιτάκι που έχει γίνει πλέον τόπος δυστυχίας κι όχι χαράς, όταν κάποιος καλείται να συμμετάσχει σε ομάδες στις γειτονιές, σε κινητοποιήσεις, σε απεργίες, και κάθεται κολλημένος στη τηλεόραση να δει τι έκαναν οι άλλοι αντ΄αυτού. Ολο το πλήθος που παρακολουθεί σαν λοβοτομημένο τις Κερατέες, τις Σκουριές, τις πολύμηνες απεργίες που καλούν το κόσμο κοντά τους και κόσμο δεν βλέπουν. Ολοι εκείνοι που έδωσαν τη χαριστική βολή σ΄οσους είχαν ελπισει πως το "ουστ πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από εδώ" θα γίνει πράξη τουλάχιστον στη κάλπη.
Είναι λογικό αυτό το τεράστιο κομμάτι άβουλου και υποταγμένου λαού, θα συνεχίσει να είναι ο σάκος του μποξ των μη χρεοκοπημένων που διασώθηκαν ενώ εκατομμύρια άλλοι θα έχουν πτωχεύσει προ πολλού. Κι εκείνες οι γεμάτες καφετέριες? Εκείνα τα χλιδάτα εστιατόρια που κλείνεις θέση ακόμα για να βρεις τραπέζι? Εκείνες οι αλυσίδες με μπιχλιμπίδια που είναι γεμάτες κόσμο με τσαντάκια στα χέρια? Εκείνα τα αυτοκίνητα που στριγμώνονται στους δρόμους? Εκείνοι οι άνθρωποι που κανονίζουν ακόμα που θα πάνε τριήμερο για σκι ή για ξεσκί? Εκείνα τα ιατρεία που τραβάνε μούρες και κόβουν ξύγκια? Ποιοι είναι όλοι αυτοί? Οι διασωθέντες φυσικά. Που καλύπτουν τα νώτα για να μην φαίνονται οι χιλιάδες δυστυχισμένοι πτωχευμένοι γύρω τους. Τα γομάρια που τριγυρνάνε σαν να μην συμβαίνει τίποτα είναι η λογοκρισία του δρόμου για να μη φαίνονται τα συσσίτια παρόμοια με εκείνη που έχει επιβάλει η χούντα στη τηλεόραση.
Η συμμορία των φιλοτομαριστών που κι ανάποδα αν τους γυρίσεις δεν θα πέσει τίποτα από μέσα τους γιατί κούφιοι είναι έτσι κι αλλιώς είναι η κάλυψη προς τα έξω μιας αθλιότητας που απλώνεται παντού, είναι η δικαιολογία πως λεφτά υπάρχουν ακόμα. Η δυνατότητα να δείχνεις κάποιον που περιφέρει τη πέτσα του χωρίς ντροπή έναντι εκείνου που του έχουν φάει τις σάρκες μέχρι το κόκκαλο. Σ΄ολες τις μπανανίες υπάρχουν τα πιο πολυτελή ξενοδοχεία δίπλα στις παράγκες. Οι βαθύπλουτοι δίπλα στους ζητιάνους. Οι άρρωστοι που σβήνουν χωρίς ελπίδα δίπλα σε πολυτελή ιατρικά συγκροτήματα. Οι ξεχασμένοι ανακατεμένοι με φτώχεια, εγκληματικότητα, ναρκωτικά, πορνεία, πείνα, κατάθλιψη, αλκοολισμό, βία, δίπλα σ΄εκείνους που λεφτά έχουν και λογαριασμό δεν δίνουν.
Βαδίζουμε σταθερά στο τελικό διαχωρισμό των υδάτων Στις δυο όχθες μιας κοινωνίας που πριν λίγο καιρό είχε κάνει σημαία την ευημερία μιας πανίσχυρης μεσαίας τάξης που έλυνε κι έδενε θρέφοντας και συντηρώντας ακμαίο το αισχρό πελατειακό κράτος και που τώρα ξεκαθαρίζει τις δυο όχθες. Τους ελάχιστους που θα μείνουν από τη μια μεριά να κάνουν δουλειές με μεγαλύτερη άνεση για να αυγατίζουν τα κέρδη τους και τα εκατομμύρια από την άλλη που θα σέρνονται για ένα μεροκάματο, μια σύνταξη, ένα φάρμακο, ένα πιάτο φαΐ.
Να προσέξουμε μόνο σ΄αυτό το διαχωρισμό να κρατήσουμε τη τηλεόραση στο σπίτι. Προς θεού μη τη πουλήσουμε. Και στο πάτωμα να τρώμε, τηλεόραση να έχουμε. Για να ακούμε και να ησυχάζουμε πως η Ελλάδα διασώθηκε και δεν πτωχεύσαμε.
Ευτυχώς.
Ευλογη ερώτηση είναι βέβαια κάποιος να πει. Καλά κι εσύ τι κάνεις που μας τα λες όλα αυτά? Εγώ μπορεί να είμαι κάποιος από όλους αυτους τους υποταγμένους που αναφέρω ή μπορεί να έχω ξεφύγει ήδη με ποικίλλους τρόπους. Μπορεί να ήμουν κάποιος από αυτούς που έβλεπες στη Κερατέα, ή στους αγανακτισμένους, ή στις απεργίες. Μπορεί να είμαι ήδη στις Σκουριές ή απλά να έχω κολλήσει στη τηλεόραση και να κοιτάζω τι λένε τα χαζοκάναλα. Μπορεί να είμαι και κάποιος που έχει περάσει το προσωπικό του μνημόνιο και να έχω βγει ήδη νικητής. Μπορεί να είμαι από εκείνους που ούτε πληρώνουν τίποτα, ούτε δουλεύουν με δυο κατοστάρικα και που δεν με ενδιαφέρει κι αν μείνω σε ένα παγκάκι και να τρώω από τα σκουπιδια. Μπορεί να είμαι και κάποιος λεφτάς που περνάει την ώρα του γράφοντας για τα πάθη του κόσμου. Το ζήτημα είναι εσύ που θα με ρωτήσεις, τι είσαι? Τι κάνεις? Είσαι κάτι περισσότερο από τα παραπάνω? Λιγότερο? Εσύ τι έκανες στο πόλεμο Θανάση? Κι αυτή την απάντηση τη γνωρίζεις. Και δεν χρειάζεσαι κανέναν για να στο πει. Εσύ μόνος σου μπορείς να δεις σε ποια θέση βρίσκεσαι.
Τα μπλογκ, τα φόρουμ, τα φατσοβιβλία, η περιήγηση στο διαδίκτυο, η συζήτηση στη καφετέρεια, ο μονόλογος μπροστά στο καθρέφτη του σπιτιού, ο τσακωμός για το ποιος είναι καλύτερος και ποιος όχι, όλα αυτά είναι λόγια. Ατέλειωτα λόγια. Που κάπου έχουν καταντήσει κουραστικά, επαναλαμβανόμενα. Η ουσία είναι εκεί έξω. Στη πράξη. Στο σημείο συνάντησης που οι χρεοκοπημένοι θα αγωνιστούν χειροπιαστά για τα δικαιώματά τους, την ελευθερία τους, την αξιοπρέπειά τους. Προτάσεις υπάρχουν. Ανθρωποι που προσπαθούν να κάνουν κάτι υπάρχουν. Καλέσματα υπάρχουν. Διάλεξε ένα. Μαζέψου. Κάνε κάτι. Θυμήσου. Είναι χιλιάδες εκεί έξω, οργισμένοι, απελπισμένοι, έτοιμοι να πουν επί τέλους ένα γερό οχι. Αν συνειδητοποιήσουμε πως δεν υπάρχουν σωτήρες που θα μας σώσουν κι εμείς οι ίδιοι πρέπει να πάρουμε τη τύχη μας στα χέρια μας, ίσως καταφέρουμε να συναντηθούμε.
Πάψε να ξεψειρίζεις στο κάθε τι που ακούς, στο κάθε κάλεσμα, ποιος είναι τι είναι, τι καπνό φουμάρει, τι θα γίνει μετά, κι αν είναι έτσι κι αν είναι αλλιώς. Ξεκίνα από κάπου, το να μην κάνεις ΤΙΠΟΤΑ αυτό σίγουρα δεν θα σε πάει πουθενά. Κι αν δεν θέλεις κανέναν. Κάνε ΚΑΤΙ στην ίδια σου τη ζωή για να αλλάξει ρότα. Βγες από το φόβο. Είναι ένα πρώτο βήμα.