Ήμουν μαθητής Γυμνασίου ακόμη, όταν είχα δει, μια φωτογραφία από την εποχή της μεγάλης κρίσης του ’29. Ήταν ασπρόμαυρη, αλλά και έγχρωμη να ήταν τα ίδια χρώματα θα έδειχνε: άσπρο και μαύρο! Έδειχνε έναν ρακένδυτο Γερμανό, άνεργο ανθρακωρύχο, καθισμένο σ’ ένα υπαίθριο παγκάκι, τυλιγμένο με ένα παλιό παλτό, να τρέμει κυριολεκτικά από το κρύο!
Η φωτογραφία είχε βγει, έξω από ένα ανθρακωρυχείο της κοιλάδας του Ρουρ, στο οποίο ο κακόμοιρος εκείνος δούλευε πριν λίγο καιρό. Το τοπίο χιονισμένο, κατάλευκο, ο ουρανός όμως φορτωμένος με μαύρα σύννεφα! Στον προαύλιο χώρο, που ήταν περιφραγμένος με ψηλούς σιδερένιους πασσάλους και συρματοπλέγματα, η φωτογραφία έδειχνε ένα κατάμαυρο σωρό, έναν κώνο από κάρβουνο και στο βάθος κάτι κτήρια.
Τίποτε άλλο δεν έδειχνε! Κάτω από την φωτογραφία δυο γραμμές εξηγούσαν ότι το κάρβουνο που ήταν πίσω από τον άνεργο ανθρακωρύχο, είχε βγει από τα σπλάχνα της γης την προηγούμενη χρονιά, αλλά εξ’ αιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έμεινε απούλητο! Τότε λόγω και των λιγοστών μου γνώσεων γύρω από την πολιτική οικονομία (τις λεγόμενες σχέσεις ιδιοκτησίας και τα παρόμοια), δεν μπορούσα να εξηγήσω το φαινόμενο! Η φωτογραφία εκείνη που ήταν σε μια σελίδα εφημερίδας μου είχε προξενήσει μεγάλη εντύπωση! Ένας άνθρωπος να ξεπαγιάζει στο κρύο και δίπλα του, άθικτος ένας τεράστιος σωρός, ένα βουνό από κάρβουνο; Έκοψα θυμάμαι ολόκληρη τη σελίδα και την καρφίτσωσα στον τοίχο, δίπλα από το τζάκι του σπιτιού μας, που ήταν στην άκρη του χωριού. Ερχόταν κανένας φίλος, έβλεπε την «εφημερίδα του τοίχου» την δική μου «ντατζεμπάο» και αρχίζαμε τις αναλύσεις! Η γιαγιά μας άκουγε με ανησυχία εκείνες τις συζητήσεις, γιατί ήταν καμμένη απ’ τον εμφύλιο κι ένα χειμωνιάτικο βράδυ, μη έχοντας με τι άλλο να ανάψει το τζάκι, κατέβασε από τον τοίχο την εφημερίδα και σ’ ένα λεπτό εκείνη η φωτογραφία με τον τεράστιο σωρό του κάρβουνου της κοιλάδας του Ρουρ έγινε στάχτη!
Από το 1929, πέρασαν 80 τόσα χρόνια, και σίγουρα πολύ νερό κύλησε στο ομώνυμο ποτάμι της κοιλάδας του Ρουρ! Το ανθρακωρυχείο της φωτογραφίας εκείνης, μπορεί να μην υπάρχει σήμερα (ο ανθρακωρύχος σίγουρα θα είχε γίνει κι αυτός στάχτη κάπου στο ανατολικό μέτωπο του πολέμου που ακολούθησε). Αιτία για να θυμηθώ ξανά εκείνη την παλιά φωτογραφία, έγινε μια συζήτηση που άκουσα για την λεγόμενη υπερπαραγωγή κάρβουνου! Σκέφτομαι ότι στις μέρες μας κάλλιστα θα μπορούσε κάποιος να οργανώσει σε μια μεγάλη αίθουσα μια έκθεση φωτογραφίας με παρόμοιες εικόνες! Με φρέσκους «σωρούς» από απούλητο κάρβουνο, από απούλητα αυτοκίνητα (αυτοκινητοβιομηχανίες της Στουτγάρδης, Μιλάνου, Βαρκελώνης), με φρέσκους «σωρούς» από τις σιταποθήκες του Καναδά και των ΗΠΑ με το απούλητο σιτάρι, με «σωρούς» από τα εργοστάσια παραγωγής τηλεοράσεων στην Νοτιοανατολική Ασία, ψυγείων στην Σουηδία, με τις εταιρίες παραγωγής βελονιών στην Ινδονησία. Απέραντη η γκάμα των απούλητων προϊόντων, αποτέλεσμα της παγκόσμιας λεγόμενης ελεύθερης (βλέπε άναρχης) οικονομίας.
Μέχρι που να γίνει όμως αυτή η έκθεση, εμείς θα μπορούσαμε κάλλιστα με την δύναμη της φαντασίας μας αλλά και της σύγχρονης τεχνολογίας να συνθέσουμε-καθώς βρισκόμαστε στην καρδιά του χειμώνα- μία ακόμη ασπρόμαυρη φωτογραφία ίδια περίπου με εκείνη του παλιού ανθρακωρυχείου της κοιλάδας του Ρουρ, ίσως σε μια πιο μοντέρνα εκδοχή! Θα πρότεινα λοιπόν, για να αλλάξουμε και παραστάσεις να φύγουμε από την κοιλάδα του Ρουρ, όπου όπως είπαμε πιθανόν να μην υπάρχει εκείνο το ορυχείο, και να πάμε σ’ ένα ανθρακωρυχείο αυτή τη φορά κάπου στην νότια Πολωνία, στην περιοχή του Κatowice, γνωστή για τα πλούσια κοιτάσματα άνθρακα! Εδώ είμαστε, σ’ ένα σύγχρονο αυτή τη φορά ανθρακωρυχείο, με πανύψηλους γερανούς που ανεβάζουν το κάρβουνο ακόμη πιο ψηλά, σχηματίζοντας κάτι θεόρατους κώνους. Ας μπούμε στο προαύλιο και ας ξεκινήσουμε από κάτι σταθερό, από τον σωρό του απούλητου κάρβουνου. Δεξιά λοιπόν ας τοποθετήσουμε, έναν τεράστιο μαύρο κώνο από κάρβουνο, με ύψος h, με ακτίνα r και όγκο φυσικά V= (1/3) *( π) * (r*r) * (h). Μέχρι εδώ καλά πάμε! Αυτός ο σωρός τώρα έχει έναν ιδιοκτήτη, ένα φυσικό πρόσωπο, ]ένα αφεντικό και είμαστε υποχρεωμένοι να το αναζητήσουμε γιατί αυτός είναι ο πραγματικός φύλακας αυτού του τεράστιου κώνου ]! Θα τον βρούμε στο βάθος της φωτογραφίας, εκεί που είναι εκείνα τα ψηλά κτήρια, καθισμένο σε μια περιστρεφόμενη πολυθρόνα, έχοντας ακριβώς δίπλα του ένα τετράποδο ντόπερμαν (dobermann) και στο σαλόνι κάτι άλλα δίποδα ντοπερμαν τους γνωστούς τύπους με τα φουσκωτά μπράτσα, τους οπλισμένους σωματοφύλακες του! Έξω από την περίφραξη του ορυχείου, πίσω από τα συρματοπλέγματα, μπορούμε να φανταστούμε όχι έναν αλλά εκατοντάδες, ακόμη και χιλιάδες άνεργους ανθρακωρύχους, να τουρτουρίζουν τυλιγμένοι στα χειμωνιάτικα παλτά τους, άλλους να καπνίζουν αυτά τα τσιγάρα με τα μακρυά φίλτρα, άλλους να πίνουν από τα μικρά εκείνα μπουκαλάκια την βότκα Żubrówka κι άλλους να φτύνουν καταγής, ρίχνοντας και καμιά διαγώνια ματιά στο εσωτερικό της επιχείρησης που κάποτε ήταν κρατική! Ο ιδιοκτήτης μας σηκώνεται μερικές φορές από την πολυθρόνα του γραφείου, ρίχνει μια ματιά από το παράθυρο προς τα έξω και τον πιάνει πανικός. Αισθάνεται και αυτός τον εαυτό του σαν να είναι άνεργος! ¨Άνεργος εργοδότης, που ακούστηκε τέτοιο πράγμα! Μαύρες σκέψεις περνάνε από το μυαλό του, πιο μαύρες κι από το κάρβουνο, καθ’ ότι κάποτε ήταν και σημαίνον στέλεχος του παλιού (κομμουνιστικού) καθεστώτος! Ύστερα ξανακάθεται στο γραφείο του, ανοίγει μια ατζέντα, που περιέχει τους γνωστούς συναδέλφους και φίλους, μπας και βρει κανένα πελάτη! Τίποτα. Το μόνο που βρίσκει είναι έναν ιδιοκτήτη, αντιπρόσωπο μιας αυτοκινητοβιομηχανίας πρόθυμο να του αγοράσει μερικούς τόνους κάρβουνο αλλά και αυτούς με ανταλλαγή (κληριγκ όπως λέμε)! Να δώσει κάρβουνο και να πάρει κάποια μηχανή αυτοκινήτου. Τι να λέει το πράμα! Αν έπαιρνε και τον αντιπρόσωπο των Αμερικάνικων σιτηρών, τα ίδια θα του απαντούσε, πόσο κάρβουνο να του δώσει και πόσο στάρι να πάρει, απελπισία! -Δεν υπάρχουν άνθρωποι να αγοράσουν, ωρύεται! -Δεν υπάρχουν άνθρωποι! (Αυτοί που είναι έξω, τους εκατοντάδες, χιλιάδες άνεργους ανθρακωρύχους, άστους αυτούς.) Με αυτήν την κραυγή αγωνίας του αφεντικού ας τελειώσουμε την σύνθεση της «φωτογραφίας» μας, κι ας την τοποθετήσουμε προσεκτικά στον απέναντι τοίχο του σπιτιού μας, γιατί μια φωτογραφία αξίζει όσες χίλιες λέξεις λένε οι Κινέζοι!
Ας παρατηρήσουμε τώρα από μια απόσταση ασφαλείας την φωτογραφία μας, αυτό το λιτό έργο τέχνης που φτιάξαμε πριν από λίγο, και ας δούμε πιο προσεκτικά ένα ένα τα στοιχεία που την απαρτίζουν. Ας αρχίσουμε όπως λέμε από τους αντικειμενικούς παράγοντες, τον τεράστιο κώνο από κάρβουνο, τον όγκο του οποίου πριν λίγο υπολογίσαμε με μεγάλη ακρίβεια! Το πρώτο πράγμα που περνάει από το μυαλό ακόμη και του πιο αγαθού ανθρώπου είναι το εξής: Αλήθεια πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να απορροφηθεί αυτός ο τεράστιος κώνος! Ένας, δύο, πέντε, δέκα χρόνια; Θα ξοδευτεί η δεν θα ξοδευτεί; Και πόσοι τέτοιοι κώνοι υπάρχουν στην Πολωνία, στην Ευρώπη, στον πλανήτη μας; Η κραυγή του ιδιοκτήτη ότι δεν «υπάρχουν άνθρωποι να αγοράσουν» τα λέει όλα! Δεύτερη σκέψη: -Αλήθεια πόσοι να είναι αυτοί που δυνητικά μπορούν να καταναλώσουν αυτήν την τεράστια ποσότητα κάρβουνου, σε μια χώρα σαν την Πολωνία, σε μια ήπειρο σαν την Ευρώπη, σ’ έναν πλανήτη σαν τον δικό μας; Κάλλιστα μπορούμε να τους μετρήσουμε με ελάχιστο στατιστικό λάθος όπως λέμε: Είναι πάρα πολύ λίγοι κι αν ποντάρουμε μόνο σ’ αυτούς, ίσως περάσουν 20-30 χρόνια! Και μέχρι τότε οι άνεργοι ανθρακωρύχοι τι θα κάνουν, θα ξεπαγιάζουν έξω από τα συρματοπλέγματα η θα …;
Να γιατί η κ. Μερκελ θέλει να προετοιμάσει τους λαούς της Ευρώπης σε μια μακρόχρονη περίοδο δημοσιονομικής λέει λιτότητας! Ακριβώς γι αυτό, τόσα περίπου χρόνια χρειάζονται για να καταναλωθεί το παραχθέν «κάρβουνο»! Αλλά μήπως αυτός ο τεράστιος σωρός σημαίνει σε τελική ανάλυση ότι οι άνθρωποι δουλέψανε περισσότερες ώρες απ’ ότι θα έπρεπε; Αν δουλεύανε λιγότερο δεν θα βγάζανε τόσο πολύ κάρβουνο. Μήπως σημαίνει ότι αυτοί οι άνθρωποι ανταμείφθηκαν πολύ λιγότερο απ ότι θα έπρεπε; Αν ανταμείβονταν καλύτερα θα μπορούσαν να αγοράσουν τουλάχιστον το κάρβουνο που οι ίδιοι παρήγαγαν. Σ’ αυτά τα ερωτήματα έρχεται εδώ να απαντήσει η θεωρία της υπεραξίας! Και δεν φθάνει που δουλέψανε παραπάνω απ ότι θα έπρεπε και πληρωθήκανε λιγότερο απ ότι θα έπρεπε τους λένε τώρα ότι ζούσανε τόσον καιρό πάνω από τις δυνατότητες τους; Αλλά ας επανέλθουμε στο κύριο ζήτημα μας: Ποια λύση υπάρχει; Μια λύση, ίσως και η πιο πρωτότυπη, είναι να ξαναρίξουνε το κάρβουνο μέσα στο ορυχείο, και ύστερα να αρχίσουνε από την αρχή να το ξαναβγάζουνε! Μια άλλη λύση είναι να του βάλουνε φωτιά και να το κάψουνε εκεί επί τόπου (έχει γίνει κι αυτό τον 18 αιώνα)! Μια τρίτη λύση είναι να το μοιράσουνε όμορφα, ωραία και δίκαια, δηλαδή δωρεάν σ’ αυτούς που βγάλανε το κάρβουνο, στους κακόμοιρους εκείνους που τουρτουρίζουν έξω από τα συρματοπλέγματα και να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα ώστε να μην επαναληφθεί αυτό το φαινόμενο!
-Αγαπητέ αναγνώστη, ΑΝ, αν λέμε ΑΝ, ήσουν υποχρεωμένος (από τις συνθήκες της ζωής σου), να διαλέξεις μια από τις τρεις παραπάνω λύσεις, ποια θα διάλεγες;
Βοστινιώτης Παναγιώτης
Οικονομολόγος
15-12-2012
Το είδαμε ΕΔΩ