Ο Αριστοτέλης έγραφε στη θεωρία του περί διαιτητικής ότι το σπέρμα είναι ό,τι απομένει όταν έχουμε χωνέψει τα πάντα. Η πανάρχαια και εξεζητημένη αυτή άποψη του πρόγονού μας φαίνεται να ταιριάζει στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα των δύο τελευταίων δεκαετιών, κατά τη διάρκεια των οποίων η ανέχεια της πνευματικής τροφής ήταν τόσο μεγάλη και τόσο έκδηλη ώστε απόλυτα λογικά έστρεψε τη συζήτηση γύρω από το σπέρμα, την ηδονή και το σώμα.Αλλά ούτε αυτή η δικαιολογία φαίνεται αρκετή γι’ αυτούς που τον τελευταίο χρόνο ξεθυμαίνουν στο κουφάρι γνωστού εκδότη μέσω έγκριτων έφημερίδων, blog και social media. Θεωρούν ότι η εμμονή του στην προβολή αχλαδωτών κώλων και τα εκτενή άρθρα του για το μέγεθος και την ορθή χρήση του πέους ως προϋπόθεση ευτυχίας και καταξίωσης, ευθύνεται για τη διαφθορά της εφηβικής κουλτούρας, τον ξεπεσμό της αστικής ευγένειας, την παρακμιακή και προβληματική αγωγή του Έλληνα πολίτη και πολιτευόμενου, την αξιακή και πολιτιστική κρίση εν γένει.
Της Επιστήμης Μπινάζη απο το περιοδικό ΜΟΝΟ
Εγκλωβίσαμε την παιδεία στην εκπαίδευση, την πολιτική στην εφήμερη εικόνα, τον πολιτισμό στον αυτισμό και ζητάμε τα ρέστα από αυτούς που ήταν τουλάχιστον ειλικρινείς στις προθέσεις τους. “Αχλαδωτοί” κώλοι και όχι πράττειν άλογα!
Η δε στενή και αφειδώς προβεβλημένη σχέση του με γνωστό υπουργό της εποχής ενισχύει ακόμη περισσότερο την άποψη τους.Αυτή είναι η πιο ανώδυνη και, επιτρέψτε μου την έκφραση, αφελής εκδοχή για τα αίτια που διατυπώνονται για την διαρκή έκπτωσή μας. Και δεν είναι η πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία που το σεξ και ό,τι το περιγράφει ή το περιβάλλει, αναγκάζεται να αναλάβει την ευθύνη για την καταστροφή. Η παρακμή της Ρώμης οφείλεται στις σεξουαλικές καταχρήσεις. Η καταστροφή των Σοδόμων δεν είναι παρά μία ομοφυλοφιλική τραγωδία. Το συνηθισμένο φαινόμενο των βιασμών είναι αυτό που σκοτείνιασε τον Μεσαίωνα. Το αμάρτημα της ακολασίας τον 19ο αιώνα προκαλεί τη φυματίωση των ενηλίκων, την αποπληξία των ηλικιωμένων και τον θάνατο των παιδιών. Σάκος του μποξ με λίγα λόγια.
Εγώ πουλάω, εσείς αγοράζετε;
Η σεξουαλική μας ζωή είναι απόρροια μιας αναγκαστικά μεταβαλλόμενης κουλτούρας. Κι αν αυτή θέλησε να περιγράψει ο εκδότης και η ομάδα του την περίοδο που τα έντυπά του μεσουρανούσαν, το κατάφερε. Σκεφτείτε μόνο ότι τα συγκεκριμένα περιοδικά γεννήθηκαν και άντλησαν θεματολογία και εικονογραφία από τον πιο παράδοξο σεξουαλικά αιώνα μέχρι σήμερα. Σεξουαλική επανάσταση, νόμοι κατά της πορνογραφίας, σημείο G, χάπι, οικογενειακός προγραμματισμός, AIDS, sex shops, πορνογραφικές ταινίες, ερωτισμός στη διαφήμιση (ο οργασμός της σοκολάτας), viagra. Δεν ήταν δουλειά του να μάθει στους νέους γράμματα. Ούτε να τους διαπαιδαγωγήσει. Προσέφερε ένα προϊόν προς πώληση, με τιμή. Πήρε το ρίσκο (λέξη που αντιπαθεί ο Έλληνας) του ύφους και του περιεχομένου των γραπτών και των εικόνων του και βγήκε στην αγοράΉταν μία διαφορετική πρόταση στον περιοδικό τύπο της εποχής. Ας το παραδεχτούμε.
Βεβαίως, αν ένιωθε η πολιτεία ότι απειλείτο, διέθετε μεγάλο οπλοστάσιο να μετριάσει τον ενθουσιασμό της νεολαίας απέναντι στην αθυροστομία και στο πορνογραφικό βλέμμα των επαναστατικών για την εποχή περιοδικών. Θα μπορούσε να εντάξει στα σχολεία τη διδασκαλία της ερωτικής ποίησης του Ντίνου Χριστιανόπουλου, χωρία από τον Μεγάλο Ανατολικό του Εμπειρίκου ή από το Τρίτο Στεφάνιτου Ταχτσή. Αν ο μαθητής έβλεπε τη λέξη “πούτσος” ή τη λέξη “γαμήσι” τυπωμένες σε σχολικό εγχειρίδιο και μάλιστα ενταγμένο σε διδακτέα ύλη, η ειδωλοποίηση θα είχε αποφευχθεί. Και δεν είναι τυχαίο ότι έφηβοι στων οποίων τις πατρικές βιβλιοθήκες ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ κυκλοφορούσε και διαβαζόταν ανεμπόδιστα, δεν έδειξαν την ίδια λαχτάρα να ομαδοποιηθούν. Η πολιτεία δεν απάντησε έγκαιρα. Μάλλον δεν απάντησε ποτέ. Λάθος ή σωστό, δεν έχει σημασία.
Ρεπορτάζ φάντασμα
Σημασία έχει ότι η λέξη “αλλαγή” που σχεδόν ομόφωνα συναποφάσισαν οι Έλληνες λίγο νωρίτερα από την εμφάνιση αυτού του είδους των εκδόσεων, φορέθηκε στα μέτρα, τα όνειρα και τα συμπλέγματα του καθενός. Και το σύμπλεγμα της ταπεινής καταγωγής (έλλειψη αστικής τάξης) και του αποκλεισμού από το βάζο με το μέλι, ένωσε τους περισσότερους Έλληνες σ’ έναν λανθάνοντα γόρδιο δεσμό από τον οποίο σήμερα πνίγονται. Θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ένας κοινωνιολόγος, ιστορικός ή ψυχαναλυτής να εξηγήσει την εμμονή των περισσότερων στο πρόσωπο ενός εκδότη, όταν η αξιοπρέπεια της δημοσιογραφίας έχει πληγεί θανάσιμα για πολύ πιο ουσιαστικά ζητήματα από τα μυκονιάτικα νέα. Στις 21 Ιουνίου του 2009 Το Βήμα δημοσιεύει ρεπορτάζ για τη συνάντηση Ερντογάν-Καραμανλή στο Μέγαρο Μαξίμου η οποία δεν έγινε ποτέ. Το ρεπορτάζ για τη συνάντηση-φάντασμα δίνει και λεπτομέρειες για τον αριθμό των σωματοφυλάκων του Τούρκου Πρωθυπουργού, ενώ αναφέρει ότι “…είναι οπλισμένοι σαν αστακοί”. Στις 5 Απριλίου του ίδιου χρόνου ο δαίμων του τυπογραφείου του κυριακάτικου φύλλου της Καθημερινής ξεσκεπάζει αυτό που οι περισσότεροι φανταζόμαστε και συζητάμε. Το ρεπορτάζ αναφερόταν στις περίεργες προεκλογικές εντάξεις επιχειρήσεων και οργανισμών στο πρόγραμμα “Ψηφιακή Σύγκλιση”. Στο άρθρο ξεφεύγει η φράση που απευθυνόταν στον συντάκτη ύλης “δες το λίγο, είναι φίλοι μας αυτοί”. Τον Οκτώβριο του 2009 ο Γιώργος Αυτιάς παίρνει συνέντευξη ζωντανά στο στούντιο του ALTER από τον πρώην Νομάρχη Θεσσαλονίκης κ. Ψωμιάδη χωρίς ο ίδιος να είναι παρών. Η συνέντευξη ήταν προϊόν μοντάζ. Θέλετε να πάμε και λίγο πιο βαθιά το μαχαίρι;
Οι πολιτικοί απαντούν καθημερινά αυτοστιγμεί σε ερωτήματα που τους θέτουν οι δημοσιογράφοι, πριν καν τα μελετήσουν, με την απειλή του αποκλεισμού τους από τα ΜΜΕ σε περίπτωση άρνησης. Εκδότες και ιδιοκτήτες εφημερίδων και καναλιών υπαγορεύουν τον ρυθμό του πολιτικού λόγου. Τροποποιούν την ατζέντα, τη γλώσσα και την εμφάνιση τους. Και αυτή η δημοσιογραφία είναι πιο επικίνδυνη γιατί δεν απευθύνεται στη λίμπιντό μας, αλλά στο θυμικό και τη νοημοσύνη μας. Με αυτά ψηφίζουμε. Αρρενωποί, όμορφοι, συμπαθητικοί, κομψοί, ευγενείς, αγενείς, εύσωμοι, γέροι, νέοι, περιεκτικοί, φλεγματικοί, είναι επιθετικοί προσδιορισμοί μη δηλωτικοί για το επίπεδο της αναγκαίας πολιτικής άσκησης. Είναι επιθετικοί προσδιορισμοί εικόνας. Σπάνια μιλούμε για καταρτισμένους, μορφωμένους, ευαίσθητους, τολμηρούς, καινοτόμους, ευρηματικούς, πατριώτες, αποφασιστικούς πολιτικούς. Εγκλωβίσαμε την παιδεία στην εκπαίδευση, την πολιτική στην εφήμερη εικόνα, τον πολιτισμό στον αυτισμό και ζητάμε τα ρέστα από αυτούς που ήταν τουλάχιστον ειλικρινείς στις προθέσεις τους. “Αχλαδωτοί” κώλοι και όχι πράττειν άλογα!
Η παρένθεση που λυπάται
Κλείνοντας τη μαρτυρία υπεράσπισης να επισημάνω ότι την ίδια περίοδο κυκλοφορούσαν και άλλα σημαντικά περιοδικά που επίσης διαμόρφωσαν μία κουλτούρα στον τρόπο του σκέπτεσθαι, μερικά με εξίσου σημαντική εμπορική επιτυχία όπως το 01 και άλλα με λιγότερη ως ελάχιστη. Νιώθω την ανάγκη όμως να τα αναφέρω γιατί αποτέλεσαν το ποιοτικό αντίβαρο και μία ανάσα για όσους έβρισκαν οξυγόνο στις σελίδες τους. Ενδεικτικά αναφέρω: Διαβάζω, Το Δέντρο, Ποίηση, το Μήλο, Παράλλαξη, Εξώστης, Καθ’ οδόν, Εντευκτήριο, Αντί, κ.ά. Το κοινό που είχαν όλα τα περιοδικά εκείνης της εποχής, συμπεριλαμβανομένων και αυτά του αντιπαθούς σε πολλούς εκδότη, ήταν τα κείμενα “πιλάφια”. Στη δημοσιογραφική διάλεκτο πιλάφι χαρακτηρίζεται ένα μεγάλο σε έκταση κείμενο χωρίς πολλές ανάσες. Οι νέοι εκείνης της εποχής μπαίναμε στη διαδικασία της βραδείας και κοπιαστικής διαδρομής από τη μία άκρη του κειμένου ως την άλλη, αδιαμαρτύρητα. Και το κάναμε με ευχαρίστηση. Ήταν η εποχή που η στίξη ήταν ακόμη ρυθμός ανάγνωσης και όχι σημαίνον. Το ερωτηματικό ρωτούσε δεν έκλεινε το μάτι, και η παρένθεση παρένθετε, δεν χαμογελούσε ούτε λυπόταν. Κι αυτή η εποχή ίσως λείπει σε κάποιους από μας.
Της Επιστήμης Μπινάζη
ΠΗΓΗ ΜΟΝΟ