«Πολύ κακό για το τίποτα» το θέμα με τα πόθεν έσχες των βουλευτών και ευρωβουλευτών. Ο καλύτερος τίτλος σχετικού δημοσιεύματος που διάβασα ήταν «Όλα όσα επέλεξαν να δηλώσουν οι βουλευτές μας στο πόθεν έσχες τους». Τα λέει όλα, διότι ουσιαστικά, περί επιλογής πρόκειται.
Ούτε οι μπίζνες του Τσοχατζόπουλου, ούτε εκείνες του Παπαντωνίου αποκαλύφθηκαν από τα πόθεν έσχες τους στη Βουλή. Δηλαδή, αλίμονο αν κάποιος βουλευτής ή υπουργός άρχιζε να δηλώνει ποιες off shore έχει ή πόσα πήρε από προμήθειες ή όντας ενταγμένος σε payroll επιχειρηματιών.
Θα μου πείτε ότι δε μπορεί να δηλώνουν όλοι ψευδή πόθεν έσχες. Να ξεκινήσουμε με το κλασικό, ότι πρόκειται για έσχες και όχι για πόθεν. Να συνεχίσουμε με το ότι το περίεργο δεν είναι με αυτούς που δηλώνουν μεγάλα ποσά καταθέσεων, αλλά αντίθετα, με εκείνους που δηλώνουν καταθέσεις 2,5 ευρώ στις τράπεζες, αλλά έχουν 78 ακίνητα που αγοράστηκαν τα τελευταία χρόνια.
Το ερώτημα όμως παραμένει: Είναι όλοι ένοχοι ή έστω ύποπτοι; Δυστυχώς είναι όλοι τουλάχιστον ύποπτοι. Εκεί φτάσαμε. Η καχυποψία έχει μετατραπεί σε βεβαιότητα. Ούτε χλωρά υπάρχουν, ούτε ξερά για την πλειοψηφία των πολιτών. Κι όπως κάθε κακό έτσι κι αυτό έχει τη ρίζα του. Οι κυβερνήσεις δεν είχαν κανένα πρόβλημα να αντιμετωπίζουν όλους τους πολίτες ως ύποπτους φοροδιαφυγής.
Ήξεραν όλες οι κυβερνήσεις ότι δεν υπάρχουν σοβαροί ελεγκτικοί μηχανισμοί, ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε, οπότε το τσουβάλι της φοροδιαφυγής μας χωρούσε όλους. Για τους δημόσιους υπαλλήλους δε, το τσουβάλι των τεμπέληδων, άχρηστων και επίορκων ήταν ακόμη μεγαλύτερο. Η απόλυτη και με επαγγελματικό τρόπο καλλιεργημένη ατιμωρησία στο Δημόσιο, απέτρεψε κι εδώ το διαχωρισμό μεταξύ ξερών και χλωρών.
Εφόσον, λοιπόν, όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες αντιμετωπίζονταν ως ύποπτοι φοροδιαφυγής και άλλων εγκλημάτων από τις κυβερνήσεις – ας μην ξεχνάμε την τουρνέ του Γιώργου Παπανδρέου σε τηλεοπτικούς σταθμούς Ευρώπης και ΗΠΑ όπου δήλωνε πως η Ελλάδα είναι μια διεφθαρμένη χώρα – είναι πάρα πολύ λογικό να θεωρούνται διεφθαρμένοι όλοι οι πολίτικοί από τους πολίτες. Δεν υπάρχει τίποτε περίεργο σε αυτό.
Το περίεργο είναι ότι όλος ο διεφθαρμένος ελληνικός λαός συνεχίζει ανενόχλητος να συμβιώνει με όλο αυτό το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα. Αυτό, όντως είναι παρανοϊκό. Εμείς δεν έχουμε εμπιστοσύνη σε αυτούς και αυτοί σ’ εμάς. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουμε να ανήκουμε στα διεφθαρμένα κόμματα διεφθαρμένων αρχηγών και να συμμετέχουμε σε εκλογές όπου καλούμαστε να επιλέξουμε μεταξύ διεφθαρμένων κομμάτων.
Συμπερασματικά κι από τη στιγμή που εμείς έχουμε πειστεί ότι όλοι οι καταστηματάρχες φοροδιαφεύγουν, ότι όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες πλουτίζουν με παράνομο τρόπο, ότι όλοι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα έχουν μαύρα εισοδήματα κι ότι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι λαδώνονται, με αποτέλεσμα να έχουμε εμπλακεί σε έναν ιδιότυπο εμφύλιο, είναι απολύτως φυσιολογικό να πιστεύουμε ότι τα πόθεν έσχες των πολιτικών έχουν ανεκδοτολογικό χαρακτήρα και πρόκειται για προσπάθεια εξαπάτησης με δεδομένη εκ των προτέρων την ατιμωρησία.
Δεν είμαστε όμως μόνο εμείς, οι πολίτες, που αλληλοβριζόμαστε. Είναι και τα κόμματα. Εκεί, βέβαια, υπάρχει λιγότερη φαντασία. Έτσι και βρεθεί μια πιασάρικη κατηγορία που έχει ίση αξία με σλόγκαν επαναλαμβάνεται ασταμάτητα. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το «λόμπυ της δραχμής» το οποίο τα τρία κόμματα της συγκυβέρνησης και εσχάτως το ΚΚΕ χρεώνουν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Του χρεώνουν, δηλαδή ότι υπερασπίζεται όσους έχουν χρήματα στο εξωτερικό – νομίμως ή παρανόμως δεν έχει σημασία – κι ότι αυτοί επιθυμούν την επιστροφή στη δραχμή ώστε με τα προστατευμένα ευρώ, δολάρια ή αγγλικές λίρες τους, να έρθουν στην Ελλάδα και να αγοράσουν τα πάντα σε εξευτελιστικές τιμές.
Ίσως να είναι κι έτσι. Ίσως πραγματικά να υπάρχουν αυτοί οι Έλληνες που έχοντας καταθέσεις στο εξωτερικό περιμένουν πως και πώς να βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη και να πολλαπλασιαστεί η αγοραστική δύναμη των χρημάτων τους. Όμως, αυτοί οι Έλληνες τι ακριβώς είναι; Είναι, ας πούμε, μια ράτσα με κέρατα; Προφανώς όχι. Είναι κανονικοί άνθρωποι που απλώς επενδύουν στην επιστροφή στη δραχμή και το μόνο τους κοινό χαρακτηριστικό και γνώρισμα είναι οι καταθέσεις τους στο εξωτερικό.
Ωραία, λοιπόν. Με μία εντελώς πρόχειρη ανάγνωση των πόθεν έσχες των πολιτικών, ως λομπίστες της δραχμής τουλάχιστον για το 2010 μπορούν άνετα να χαρακτηριστούν από τη Νέα Δημοκρατία, οι:
Αλογοσκούφης Γεώργιος 189.055,61 λίρες Αγγλίας (τράπεζα Abbey Santander), 55.010 λίρες Αγγλίας (τράπεζα NatWest), 21.635,69 € (τράπεζα HSBC), 185.000 λίρες Αγγλίας (τράπεζα Barclays), 15.748 λίρες Αγγλίας (τράπεζα Barclays, συνδικαιούχος με την κόρη του)
Αντώναρος Ευάγγελος 154.800 € (τράπεζα Deutsche bank)
Ζαγορίτης Ελευθέριος 100.117,77 € (τράπεζα HSBC), 39.106,36 λίρες Αγγλίας (τράπεζα HSBC)
Καραμανλής Αχιλλέας 133.386,99 € (τράπεζα HSBC), 15.725 δολάρια (τράπεζα HSBC)
Μπακογιάννη Θεοδώρα 171.366,03 € (τράπεζα HypoVereinsbank), 811.414 € (τράπεζα Deutsche bank), 145.916,01 δολάρια (τράπεζα HSBC)
Σαμαράς Αντώνης 225.603,31€ (τράπεζα KBC Bank), 23.137,18 λίρες Αγγλίας (τράπεζα KBC Bank), 12.825 δολάρια (τράπεζα KBC Bank).
Από το ΠΑΣΟΚ, τα γνωρίσματα του λομπίστα έχουν οι:
Βενιζέλος Ευάγγελος 46.082,31 δολάρια + 43.894 λίρες Αγγλίας (τράπεζαHSBC) αν και με τις καταθέσεις που έχει στην Ελλάδα, σίγουρα θα μπορούσε να αγοράσει και σήμερα όποιο φιλέτο ήθελε.
Κοππά Μαρία –Ελένη 371.293,31 € + 7.033,11 € (τράπεζαKBC)
Μόσιαλος Ηλίας 64.265 λίρες Αγγλίας + 18.821,08 λίρες Αγγλίας (τράπεζαNatWest), 5.262,90 λίρες Αγγλίας (τράπεζαAbbey Santander)
Μπιρμπίλη Κωνσταντίνα 70.700 λίρες Αγγλίας (τράπεζαCoutts)
Παναρίτη Ελένη 75.287,99 δολάρια (τράπεζα Bank-Fund Staff Federal Credit Union)
Σημίτης Κωνσταντίνος 50.759,40 € (τράπεζαVolksbank)
Σηφουνάκης Νικόλαος 33.499,2 € (τράπεζα ΙΝG Βρυξέλλες)
Για τη ΔΗΜΑΡ και το ΚΚΕ βαρέθηκα να ψάξω. Για τους βουλευτές και ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε λόγος να ψάξω, διότι εφόσον κατηγορούνται με πάσα βεβαιότητα και τόση επιμονή ότι υπερασπίζονται το «λόμπυ της δραχμής» δικαιούνται να έχουν όλοι τους καταθέσεις στο εξωτερικό.
Όλη η παραπάνω προσέγγιση που κάνω είναι στην καλύτερη περίπτωση απλουστευτική, ενώ προσωπικά θα τη χαρακτήριζα και λαϊκίστικη. Όμως άραγε ποιο είναι το επίπεδο της συζήτησης στο πολιτικό πεδίο ώστε να επιλέξω έναν σοβαρό τρόπο προσέγγισης;
Ας μιλήσουμε ειλικρινά στον εαυτό μας. Μήπως δεν είναι αλήθεια ότι ο καθένας μας θεωρεί εαυτόν αναμάρτητο, αλλά ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι όλοι οι καταστηματάρχες φοροδιαφεύγουν, ότι όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες πλουτίζουν με παράνομο τρόπο, ότι όλοι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα έχουν μαύρα εισοδήματα, ότι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι λαδώνονται κι ότι όλα τα κόμματα είναι ίδια; Δηλαδή, αυτό δεν είναι απλουστευτικό και λαϊκίστικο;
Αυτή την ώρα, ένα μόνο μπορούμε να κάνουμε. Να ξεχωρίσουμε τον ξερό από το χλωρό εαυτό μας. Ας κάψουμε τους ξερούς κι ας ενώσουμε τους χλωρούς. Είναι γελοίο να χωριζόμαστε μπροστά σε τόσο μεγάλο κίνδυνο που απειλεί συνολικά την ύπαρξη της χώρας και του καθενός μας ξεχωριστά.
Αν καταφέρουμε να ξεβολευτούμε και να ενωθούμε κάτω από έναν ειλικρινή όρκο ότι θέλουμε ν’ αλλάξουν τα πράγματα, τότε αυτός ο τρόπος λειτουργίας του πολιτικού συστήματος μπορεί ν’ αλλάξει μέσα σε ημέρες. Υπάρχουν και λύσεις και άνθρωποι που μπορούν να διαχειριστούν μια νέα κατάσταση. Ούτε η καταστροφή, ούτε η νοσηρή υπομονή είναι μονόδρομος. Αν το θελήσουμε μπορούμε να το κάνουμε. Διαφορετικά, θα αναλωθούμε αυτομαστιγωνόμενοι στη συλλογική μας ηττοπάθεια και θα καταλήξουμε μέλη του λόμπυ μιας κατάντιας που δε μπορώ με τίποτα να πιστέψω ότι μας αξίζει.
ΠΗΓΗ ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ