Ο Βοναπαρτισμός είναι εκείνο το πολιτικό φαινόμενο, όπου ο εκλεγμένος ηγέτης, κατά προέκταση ηγετική ομάδα, ξεκόβει από τους εκλογείς του. Κυβερνά σε αναντιστοιχία με το εκλογικό σώμα. Από άλλους έχει εκλεγεί και άλλους εξυπηρετεί. Έλαβε τη συναίνεση των πολιτών με συγκεκριμένο πρόγραμμα το οποίο στην πράξη δεν εφαρμόζει. Ουσιαστικά με άλλα συνθήματα εκλέχτηκε και άλλη η πρακτική του. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί όσον αφορά τα μεγάλα συμφέροντα. Οι ισχυροί είναι κοινωνική μειοψηφία και άρα ουδείς μπορεί «να τους πουλήσει». Για αυτό, εν τέλει, ο Βοναπαρτισμός είναι. ένας επιστημονικός χαρακτηρισμός που αφορά το άδειασμα των λαϊκών στρωμάτων, των απλών καθημερινών ανθρώπων από τους πολιτικούς που στήριξαν.
Με βάση τα πιο πάνω, είναι φανερό γιατί ο Γ.Παπανδρέου υπήρξε μια κλασσική περίπτωση Βοναπάρτη. Εκλέχτηκε με ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα και εφάρμοσε νεοφιλελεύθερο. Παρέλαβε μεγάλο πρόβλημα και έφερε την καταστροφή. Στηρίχτηκε στην εσωκομματική μάχη του 2007 και στις εκλογές του 2009 σε μέλη και οπαδούς του ΠΑΣΟΚ που κοινωνικά στην πλειοψηφία τους ανήκουν στους εργαζομένους. Κυβέρνησε χωρίς το κόμμα τους και στηριζόμενος στη διαπλοκή. Έβλεπε τακτικά τους καναλάρχες και τους τραπεζίτες, αλλά όχι τους εκπρόσωπους των εργαζομένων. Όλα τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά παραπέμπουν απευθείας στον Βοναπαρτισμό: από άλλους εκλέχτηκε και άλλο πρόγραμμα (της τρόικας) είναι αυτό που έπραξε.
Με τον διορισμό του νέου πρωθυπουργού από το Κόμμα του Μνημονίου έχουμε την ανάπτυξη του βοναπαρτισμού στο τετράγωνο. Όχι απλά ο κυβερνών εκλέχτηκε για άλλο πρόγραμμα από αυτό που πράττει, αλλά ο κυβερνών δεν εκλέχτηκε καν. Σήμερα στην Ελλάδα, δηλαδή, έχουμε μια κυβέρνηση που ουδείς την εξέλεξε και η οποία καλείται να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα που το καθόρισαν παράγοντες εκτός του θεσμικού συστήματος της δημοκρατίας, η τρόικα, η διαπλοκή και οι τραπεζίτες. Είμαστε κλασσική περίπτωση κατάργησης των δημοκρατικών κανόνων στον καθορισμό της κυβέρνησης και του κυβερνητικού προγράμματος.
Η δεδηλωμένη είναι «προίκα»;
Στην παράκαμψη του λαού προστίθεται η προσπάθεια ουσιαστικής υφαρπαγής της δεδηλωμένης. Κάποιοι υπουργοί και βουλευτές παριστάνουν τους ιδιοκτήτες της «δεδηλωμένης». Παρά το γεγονός ότι έχουν και οι ίδιοι εκλεγεί για άλλους σκοπούς και για την στήριξη άλλου προσώπου, συμπεριφέρονται απέναντι στην λαϊκή εντολή ως να ήταν η προίκα τους, ως να την πήραν άπαξ και δια παντός. Και ότι κατά συνέπεια δικαιούνται να την πουλήσουν, ανταλλάξουν, ρευστοποιήσουν, ανάλογα με τις απαιτήσεις της τρόικας και της πιέσεις της διαπλοκής στην Ελλάδα. Εξ’ ου και επιμένουν όλοι μαζί ότι οι εκλογές είναι επικίνδυνες. Διότι οι εκλογές θα αλλάξουν ριζικά τους βουλευτές και την πολιτική που θα τους ανατεθεί να υλοποιήσουν. Κατά συνέπεια θα πάψουν να έχουν την τυπική εξουσία επί μιας δεδηλωμένης που ουσιαστικά δεν την διαθέτουν πλέον.
Αν δεν έκαναν αυτά που λέω, και δεν ήταν ορθά, δεν θα υπήρχε πτώση της κυβέρνησης του Γ.Παπανδρέου.Το πρόβλημα με την πτώση της κυβέρνησης του Γ.Παπανδρέου, είναι ότι αυτή δεν προέκυψε από τη δράση των αντιμνημονιακών παραγόντων, αλλά από τους τραπεζίτες. Οι τελευταίοι επιθυμούν και στηρίζουν τα μνημόνια, προηγούμενα και επόμενα, αρκεί να προβλέπονται για αυτούς «προνομιούχες» μετοχές στις τράπεζές τους. Δηλαδή, να βάλει τα χρήματα ο ελληνικός λαός για τη σωτηρία τους. Να παραδοθεί κυριαρχία της χώρας και του λαού προκειμένου να στηριχτούν με τον νέο δανεισμό και την αύξηση του χρέους οι θέσεις τους στις τράπεζες. Κάνοντας το ελληνικό κράτος ακόμα περισσότερα χρέη για να σώσει και πάλι τις τράπεζες, καθότι οι τραπεζίτες δεν θέλουν να βάλουν τα απαιτούμενα ποσά από τα κέρδη που έκαναν τις προηγούμενες δεκαετίες.
Βάζοντας το κράτος χρήματα στις τράπεζες από τα νέα δάνεια οφείλει να κρατικοποιήσει τις τράπεζες. Να τις στηρίξει και να δημιουργήσει ένα ισχυρό δημόσιο τραπεζικό πυλώνα, μοχλό για την ανάπτυξη. Τις υπόλοιπες τράπεζες οφείλει να τις πουλήσει, όπως έγινε στις ΗΠΑ του Ομπάμα, με κέρδος.Η ανατροπή Παπανδρέου συνδέεται και με μια προσπάθεια αλλαγής των πιο πάνω. Το κράτος, δηλαδή, να βάλει τα λεφτά, αλλά να μην αποκτήσει δικαιώματα πάνω στις συνεχώς στηριζόμενες από το δημόσιο τράπεζες. Προκειμένου να γίνει κάτι τέτοιο, οι τραπεζίτες επιθυμούν να αποκτήσουν για τις υπάρχουσες υποτιμημένες μετοχές τους προνομιούχες μετοχές.
Μετοχές με προνομιακά δικαιώματα και εξασφαλίσεις. Δηλαδή, όπως μέσω της νέας κυβέρνησης θα κυβερνάται η χώρα από τους λίγους, έτσι και το τραπεζικό σύστημα θα το διαχειρίζονται οι λίγοι και όχι η πλειοψηφία των μετοχών και κατά προέκταση το δημόσιο. Για να κατανοηθεί η πιο πάνω εκτίμηση, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι το κράτος θα βάλει 30 δισεκατομμύρια στις τράπεζες που η αξία τους αποτιμάται σε κάτι περισσότερο από 3 (τρία!) δισεκατομμύρια. Δηλαδή, η κρατική συμμετοχή θα είναι 9-10 φορές μεγαλύτερης αξίας από την σημερινή αξία των τραπεζών. Με τις προνομιακές μετοχές οι κάτοχοι του 10-12% θα έχουν το δικαίωμα να διοικούν!.
Το δίδυμο της επιτυχίας και της αμαρτίας
Με τον τρόπο που περιγράφω κλείνει ο κύκλος. Στην Ελλάδα διαμορφώνεται ένα καταπληκτικό δίδυμο. Η χώρα διαθέτει από προχθές έναν πρωθυπουργό ο οποίος δεν έχει εκλεγεί και καλείται να υπηρετήσει ένα πρόγραμμα παντελώς διαφορετικό από όσα ενέκριναν οι πολίτες, στην υπηρεσία της μειοψηφίας συμφερόντων στην χώρα που κανείς δεν την ονομάζει «συντεχνιακά συμφέροντα», όπως, επίσης, και της τρόικας. Δηλαδή, η χώρα θα κυβερνάται με έναν Βοναπαρτισμό στο τετράγωνο.
Ταυτόχρονα, κάποιοι επιθυμούν το τραπεζικό σύστημα να κυβερνάται / να το διαχειρίζονται οι κάτοχοι της μειοψηφίας των μετοχών, μόνο και μόνο επειδή θα τους αποδοθεί η ιδιότητα των προνομιακών ή η ίδια η τρόικα. Σε κάθε περίπτωση, όλα τα συστήματα ανάπτυξης της χώρας θα κυβερνώνται από την τρόικα και τη διαπλοκή. Η ίδια η κυβέρνηση θα είναι η κυβέρνηση του Κόμματος του Μνημονίου. Τις τράπεζες θα τις ελέγχουν ή οι προνομιούχες μετοχές, ή οι δανειστές μας που θα τις υφαρπάξουν φτηνά τα επόμενα δύο χρόνια και εμείς τα κορόιδα θα πληρώνουμε.
Επικεφαλής όλου αυτού του συστήματος, δίπλα στην τρόικα, θα είναι ο νέος πρωθυπουργός που έχει υπηρετήσει από διαφορετικές θέσεις την τρόικα, αλλά και όλες τις θεμελιακές αμαρτίες του ελληνικού πολιτικού-κοινωνικού συστήματος. Η παρουσία του στην Ελληνική Κεντρική Τράπεζα (Τράπεζα Ελλάδας), συνδέθηκε με δύο μεγάλα σκάνδαλα για τα οποία κανείς δεν ομιλεί σήμερα. Το ένα είναι με τα στατιστικά στοιχεία. Το άλλο είναι με το εκσυγχρονιστικό σκάνδαλο του χρηματιστηρίου. Αυτά τα σκάνδαλα, ακόμα και αν δεν είναι άμεσα δικά του, αποτελούν σοβαρό λόγο απόρριψης του νέου πρωθυπουργού, από τα κινήματα ανάπτυξης και πατριωτισμού στην Ελλάδα. Διότι ο νέος πρωθυπουργός είναι άλλη μια περίπτωση συνυπεύθυνου από το παρελθόν που έρχεται να μας «σώσει» για τα αποτελέσματα και της δικής του προηγούμενης δράσης και επιλογών. Εντάσσεται, δηλαδή, σε εκείνη την γενική κατηγορία των ανθρώπων που ενώ ευθύνονται άμεσα και προσωπικά για το που φτάσαμε σήμερα, παριστάνουν τους εκ των υστέρων αγαθούς σωτήρες.
Είναι γνωστό ότι έχω εκφράσει δημόσια τον φόβο ότι αν δεν παρέμβει αποφασιστικά ο λαϊκός παράγοντας πολλαπλές δυνάμεις, και για λόγους που διατύπωσα πιο πάνω, θα θελήσουν να αναβάλλουν τις εκλογές. Να μην διεξαχθούν στις 19 Φεβρουαρίου. Ταυτόχρονα έχω την αίσθηση ότι κάποιοι θα προσπαθήσουν να διαιωνίσουν το νέο σχήμα. Τόσο με τη συνεχή αναβολή των εκλογών, όσο και με την διατήρηση του νέου Βοναπάρτη στην κυβερνητική εξουσία και μετά τις εκλογές με μια συμμαχία των προθύμων.
Τα δύο κόμματα του δικομματισμού θα υποχωρήσουν δραματικά και σε εκλογική επιρροή, πιθανόν το ένα από τα δύο να είναι τρίτο (θα εξαρτηθεί αυτό από πολλούς παράγοντες). Για αυτό ακριβώς τον λόγο, θα χρειαστούν μια ευρύτερη συμμαχία των προθύμων. Όσο μπορούν θα προσπαθήσουν να σπρώξουν τα μικρότερα φιλομνημονιακά κόμματα στη βουλή. Να «συλλάβουν» αυτά τη φθορά των δύο μεγαλυτέρων και να ενισχυθούν. Αλλά αυτό δεν είναι δικό μου πρόβλημα, είναι δικό τους.
Το είδαμε ΕΔΩ