..ΜΟΝΟ ο διαβήτης μπόρεσε να ρίξει στο καναβάτσο τον Τζόζεφ «Τζο» Ουίλιαμ Φρέιζερ.Τον πρώτο μποξέρ που νίκησε (το '71 στο «Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν» της Νέας Υόρκης) τον μεγάλο Μοχάμεντ Αλι: για τον πρώην «Κάσιους Κλέι» θα 'ρχονταν ακόμη δύο ήττες, από τον Λίο Σπινκς και τον Λάρι Χόλμς, μόνο όμως στα σημεία.
Εσβησε στα 67 του, δύο μόλις μέρες αφ'ότου ανακοίνωσε στον κόσμο ότι έπασχε από καρκίνο του ήπατος. Εσβησε στην αγαπημένη του Φιλαντέλφια, πόλη και σκηνικό της λατρεμένης του κινηματογραφικής επιτυχίας «Ρόκι» (Οσκαρ καλύτερης ταινίας του 1976), στο καστ της οποίας είχε και μια ολιγόλεπτη εμφάνιση δίπλα στον Σιλβέστερ Σταλόνε.
Γεννημένος στο Μποφόρ της Νότιας Καρολίνας (όπως ακριβώς και το όνομα του Ιρλανδού σερ Φράνσις, αξιωματούχου του βασιλικού ναυτικού, που εφηύρε την ομώνυμη κλίμακα μέτρησης της δύναμης του ανέμου), ο μικρότερος 13 αδελφών, ο Τζο μέχρι τα 8 του βοηθούσε τους «δούλους» γονείς του στο μάζεμα βαμβακιού για λογαριασμό ενός πλούσιου λευκού. Μετά όμως σκέφτηκε να βγάλει λεφτά με άλλο τρόπο, κλέβοντας αυτοκίνητα έως τα 15 του.
Η πρώτη του γνωριμία με το μποξ έγινε εντελώς τυχαία, τη δεκαετία του '50, όταν οι πρώτες τηλεοράσεις μετέδιδαν πυγμαχικούς αγώνες του Σούγκαρ Ρέι Ρόμπινσον, του Ρόκι Μαρσιάνο και του Τζόε Λιούις. Εφτιαξε έναν, ερασιτεχνικό σάκο του μποξ, τον γέμισε με τούβλα, τον τύλιξε με σανό και πανιά, τον κρέμασε σ' ένα δέντρο και μιμούμενος τα νέα του ινδάλματα τον χτυπούσε 4 με 5 ώρες την ημέρα. Κάποια στιγμή, ένας θείος του τού είπε ότι το σώμα του και κυρίως η αριστερή του γροθιά του θύμιζαν ακριβώς εκείνα του Τζόε Λιούις. Και αυτό ήταν...
Υπήρχε, όμως, ένα τεράστιο «αλλά»: γιατί στο ρατσιστικό Μποφόρ, στα γυμναστήρια ή στους χώρους άθλησης απαγορευόταν η είσοδος σε μαύρους. Τα μάζεψε, λοιπόν, κι έφυγε για τη Φιλαντέλφια. Ηταν το 1961, γράφτηκε στο γυμναστήριο των Ντάρχαμ και Ροσάστρο, δύο από τους πλέον θρυλικούς ανιχνευτές ταλέντων, και το '64 στους Ολυμπιακούς του Τόκιο κατακτούσε ήδη το πρώτο του χρυσό μετάλλιο. Τότε είναι που ο Ντάρχαμ τού 'βγαλε το παρατσούκλι «Smokin' Joe», όχι γιατί κάπνιζε, αλλά γιατί οι γροθιές του έφευγαν με τέτοια βιαιότητα, οργή και δύναμη, που τα γάντια του λες κι έβγαζαν καπνούς.
Η αντιπαλότητά του με τον Κάσιους Κλέι ξεκίνησε γιατί ο Φρέιζερ εξακολουθούσε να τον αποκαλεί με το βαπτιστικό του όνομα, παρ' όλο που ο μεγάλος Αλι είχε ήδη μυηθεί στο μουσουλμανισμό επιλέγοντας το Μοχάμεντ. Το '71 ο Αλι τού πέταξε, επιτέλους, το γάντι μ' έπαθλο τον παγκόσμιο τίτλο, αλλά ηττήθηκε στο 15ο γύρο στο «ματς του αιώνα», πριν πάρει δύο ρεβάνς, σε Μανίλα ('74) και Λας Βέγκας.
«Εάν έχεις καρδιά μη φοβάσαι τίποτα», έλεγε, ξεχνώντας ωστόσο το συκώτι του...
Το είδαμε ΕΔΩ